22 Αυγ 2010
Athens by night
Αίφνης βάρεσε το κουνιστό . Ήτο μια φίλη από τα παλιά στέκια που είχε χρόνια να τηνέ δέι . Ζεσταινότουνε , δεν είχε και αρκοδίσιο είχε να πούμε 40 βαθμοί και στα Πατήσα ήτο πίκρα .Ήθελε να βγει έξω να πάρει τον αέρα της . Καλά μωρή δεν θα πας για δουλειά . Τώρα άρχισε την πίκρα , τι να πάει , τί να κάνει , ούτε ποτά κερνάνε , ούτε πριβέ παίρνουνε , albpanian - pakistani malakes put kolodaxtylo from the first moment and after 10 mins they say they do not have money and they came to see the sow , είπε η μαύρη κου κλουξ κλαν ( δεν ξέρετε ρε μαγκες τί ρατσιστές είναι οι αραπάδες , ούτε η θεία μου η Παρακευούλα που ακόμα λέει τον Ομπάμα ο αράπης ) . Come 10.30 to pick me up του είπε , και έκλεισε το τηλέφωνο , μη αφήνοντας περιθώρια αντιρρήσεων . Και όπως είπαμε παραπάνουθε βρόχα δεν έπιπτε .
Εκείνος έκανε το μπάνιο του , έστρωσε τις ξούρες του έβαλε τα πατσουλιά του , ντύθηκε σα συνταξιούχος τηνέιτζερ , έβγαλε , ένεκα η περίστασις , τη μπέμπα από το γκαράζι και δέκα και τριάκοντα τσιφ ήτο σε απόμερο σημείο της Patission Αβενιού και ανέμενε . Αίφνης πέρασε από μπροστά του μια σοκολατένια ομάς , που πάγαινε να πάρει το λωφορείο για να πάνε στα γραφεία τους , Σωκράτους και πέριξ . Μια τουμπανοκαβλιάρα άτακτη γαζέλα με βύζουλα σαν πεπόνι και κωλάρα σαν καρπούζι που φόραγε φοσφοριζέ μπλε κολάν κοντοστάθηκε , γκιου γκουοντ γκουντ γκαμίσι σιμπούκι μουνί γκωλαρακι , φορτι γιούρος , μπαρτσούτσα γκουιθ μαι φρεντ έιτι αντ λάσμπιαν σόου , είπε μονοκοπανιάς σαν Αρμένης φυστικέμπορας που πουλάει την πραμάτεια του . Sista , την έκοψε εκείνος , πριμένω μια φίλη , είναι μια από σας και θα ίσως πικραθεί άμα σε βρει εδωνανάς . Το πουτανάκι άλλαξε πόντζα , αφού τον κοίταξε εξεταστικά , έσπασε χομόγελο , OK Bros anoda time . Του είπε και όδευσε προς τη στάση μετά της συνοδίας της , την ετέρα παρτουζιάρα και μια άλλη . Απά στην ώρα έσκασε μύτη και το τεμμάχιο ντυμένο στην πένα , οι άλλες οι ξεκωλιάρες αρχίσανε να την πειράζουνε , Ακαμπέμπα ένεεεεεε ουγκουμπούγκο σουλουμουντούμ κουκουμουντούμ , το τεμμάχιο της κοίταξε υπό γωνία και μπήκε στο αμάξι , ενώ οι άτακτες γαζέλες εύχονταν εν χορώ σα χορωδία πορνογκόσπελ « Have a nice time gaaaaaalllllllllll , go sistaaaaaaaaaaa » . Γκιου νεβερ κορρέκτ γκιου νόου έβερυ black bitch ιν Άτενς , του είπε γελαστά και του δωσε ένα φιλί στο μάγουλο . Έβαλε μπροστά , και ξεκινήσανε με τη σκεπή ανοιχτή , γιατί είχε να βρέξει από το Μάρτη .
Εκείνος έκανε τη μεγάλη μαλακία να τη ρωτήσει που θα πάνε , γιατί όλες οι γυναίκες , μικρές , μεγάλες , παρθένες , πουτάνες , άμα τις ρωτήσεις που πάμε μωρό μου σου κάνουνε ένα πρήξιμο ... άσε . Να φαει δεν ήθελε , παραλία δε γούσταρε να πάει , εκεί τις βρώμαγε , αλλού τις ξύνιζε , στο άλλο έχει ερημιά , στο άλλο έχει κόσμο , Εν τέλει , και ενώ εκείνος ήτο έτοιμος να της ντρεσάρει μπάτσα χωροφυλακίστικη να γράψει η κάσα εκατό καπίκια , εκείνη του είπε go Plaka ? Εκείνος για να σταματήσει η λίμα την πήγαινε και στο Λιανοκλάδι για σούβλακος , οπότε έβαλε πορεία για πλάκα . Η ζέστη είχε σπάσει . Λες να βρέξει ? σκέφτηκε . Μπα !
Αφήκανε το αμάξι οδό Μνησικλέους , ζέστη έκανε , εκείνος της είπε να κάτσουνε κάπου , εκείνη κοίταγε βιτρίνες . Ντέι πλέη ώπα ώπα χήαρ , του είπε αίφνης , ενώ μια οσμή ψητούρας του χτύπαγε στη ρουθούνα , με υπόκρουσις μια υποψία πενιάς . Καλά πάμε εδώ της είπε . Μπατ άι γκουίλ νοτ ητ , αη γκουιλ μπη φατ . Καλά μωρή μεζέ παρέα . Αντ γιου γκουιλ νοτ σταρτ ντρινγκινγκ λάικ ντε λαστ τάιμ , γκουέν γιου ντιντ 3 χάουρς να χύσεις . Μνήμη που είχε η πουτάνα . Και κάνανε μπούκα ενώ έξω η ζέστη ήτο φρικτή .
Με το που μπουκάρανε είδανε ένα ζεύγος τουρίστες΄γύρω στα 24- 25 σε ένα τραπέζι , και δυο συνταξιούχους αλανιάρηδες με κιθαρομπούζουκα . Ο ένας κοντός με μουστάκα και κοτσίδα , κλεισμένα τα 72 , γραντζούναγε κιθαρίτσα και ο άλλος τρουμπόφατσας βαψομαλιάς , στεγνός , κλάσεως 1944 , βάραγε μπουζουκάκι . Ο μουστάκιας τραγούδαγε « αι κισ γιου , ον μόντεϊ αντ τιουσδαϊ , γουέντσνταϊ βέρυ γκόυντ » και ο βαψομαλιας του κανε σιγόντο με μια φωνή γιουρούκικη λες και είχε κάνει δύο φόνους προ πέντε λεπτών . Ντεϊ πλέη ντίφερεντ ώπα χήαρ , παρετήρησε η σοκολάτα , αποφασίζοντας να καθίσει στο τραπέζι δίπλα στο ζευγαράκι . Μια ξανθιά ξεπετσιασμένη από εγκαύματα ηλιοθεραπείας , και ένα μελαχροινο με μια βερμούδα όσο με το μέσο της γάμπας και μια κοντομάνικη μπλούζα των Σοξ , από κείνες που μοιάζουνε με γιακέτο . Υπήκοοι του Ομπάμα , α ρε θεία Παρασκευούλα !
Καλώς το λεβέντη με την παρέα του την ωραία , του ριξε ο τρούμπας . Τελικά μάγκες οι αλανιάρηδες γνωρίζονται μεταξύ τους , μυρίζουνται να πούμε ανάμεσό τους . Δεν ξέρω αν έχουνε ραντάρια , σόναρ και λοιπά αργαλεία στο κεφάλι τους , αλλά ενορχηστρώνουνται . Καλά θα περάσουμε σκέφτηκε εκείνος .
Ήρθε ο γκαρσόνης , εκείνη δεν ήθελε να φάει , θα τσίμπαγε να του κάνει παρέα , και ο γκαρσόνης έφυγε με παραγγελία , χόρτα , λουκάνικο και μπριζολίτσα μουσκαρίσα , και μισό κιλό λευκό κουτελίτη χύμα .
Οι αλανιάρηδες παίζανε κάτι μινοράκια . Φτάσανε τα φαγιά , η πουτή είδε τα χόρτα , ρώτησε τί είναι δεν ήθελε να φάει . Δοκίμασες μωρή σακαφιόρα ? Γιατί τα απορρίπτεις ? Εγώ δεν είχα φάει προ ετών που είχαμε πάει στο αφρικάνικο , πρώτη και τελευταία στη ζωή μου μά τον άγιο Κωνστίνο , εκείνα τα σκατά με τα πιπέρια που έπινα μετά γκίνες με την κάνουλα για να σβήσω ? ΟΚ αϊ γουιλ χαβ α σμαλ. Της έβαλε μια μικρή πηρουνιά , Α..... γκουντ είπε ντεϊ χαβ ιν μάι κόντρυ ντις , και προσγείωσε το λοιπό περιεχόμενο της πιατέλας στο της μικρό πιάτο , γκεια μας , του είπε και κατέβασε άλλη μια ποτήρα μονοκοπανιάς . Έτσι είναι μωρό μου τα φασόλια και τα χόρτα τα κανε ο θεούλης να γίνουνται παντού να τρώει η φτωχολογιά .
Οι βαρύμαγκες παίζανε κάτι ελαφρά σέρβικα και συρτάκια , ενώ εκείνος χειρούργησε το λοκάνικο και έκοψε το μπιζολικό . Λετς χαβ σομ γουάιν είπε εκείνη . Και προσγειώθηκε το δεύτερο μισόκιλο . Στο καρπούζι και ενώ οι γεροντόμαγκες βαράγανε κάτι ζεμπακάκια εκείνος τους έστειλε πιοτά . Οι μπερκετόμαγκες ευχαριστήσανε και ρουφήξανε τις ουισκέλες τις νεροποτηράτες σα νεροφίδες . Γκεια μας τους , έκανε η σοκολάτα υψώνοντας το ποτήρι χαμογελαστή . Ώπα είπε και η Αμερικάνα που ξύπναγε .
Γουστάρετε κανά βαρύ εσύ και η κοπελίτσα να κάνετε κεφάκι τώρα που είμαστε μόνοι μας , ερώτησε ο μουστάκιας ? Οι αμερικάνοι δε μετράγανε , μάλλον θα χανε πλερώσει . Ακούμε , τους είπε εκείνος . Εκείνοι αρχίσανε να βαράνε κάτι βαρέων βαρών αλανιάρικα και χασικλίδικα , για λουλάδες , καλάμια , αργελέδες μαχαιρώματα , μπιστόλίσματα και άλλα τέτοια ρομαντικά . Αλλαξε το παίξιμο και από κει που παίζανε ντράγκα ντρούγκα παραράμ , άρχισε να ακούγεται ογκώδης η κιθάρα και να κλαίει το μπουζουκάκι . Ντις ιζ ντε ουάν γιου σινγκ του είπε εκείνη , ντατ φορ δη ντρογκς , ενώ οι γεροντόμαγκες βαράγανε τα μουρμούρικα . Τα χει μάθει , όλα η πουτάνα , λες και έχει γεννηθεί στο Μπύθουλα . Σινγκ του είπε , και διέταξε το τρίτο μισόκιλο . Μωρή έχουμε και αλλοδαπούς και θα γενούμε ρόμπα ιντερνάσιοναλ . Σινγκ ρε , τον παρότρυνε η σοκολάτα . Σίνγκ του είπανε και οι αμερικάνοι . Πάμε ρε παιδιά το πρωί πρωί με τη δροσούλα , το χουμε . Εύκολα , είπε χαμογελαστά ο μουστάκιας , θα το πεις εσύ για τα παιδιά ? Ναι μωρέ ! ... Όμορφα ... σχολίασε , και του έδωσε τόνο σε σι μπεμόλ .
Άνω κατω χτες τα κάνανε στου σιδέρη τον παλιό τεκέ , άρχισε εκείνος . Ώπα , είπε η σοκολάτα βαρόντας παλαμάκια . Πρωί πρωί με τη δροσούλα , απάνω στη γλυκειά μαστούρα . Χουώτ α νάις σονγκ είπε ο οπαδός των Σοξ . Εστήσανε καβγά δυο μάγκες , για να κάνουν ματσαράνγκες . Χουώτ α ρομάντικ σονγκ σχολίασε λιγωμένη η αμερικάνα . Πολύ κάψιμο ρε αγόρια , σαν το λείψανο του Άγιου Διονύση - βοήθειά μας .
Κουτσά στραβά τόπανε , λέγανε στα γυρίσματα μετά το μπουζουκάκι και κάτι ομορφιές για κοψίματα , άλα , ίσα , ώπα , είπα ( εδώ η σοκολάτα άκουσε πίπα και του πε να μη λέει παλιόλογα ) , γιου γκατ νάις βόις συμφωνήσανε οι ξενόγλωσσοι . Είδες τί κάνει το κρασάκι ? Γκίβ μη α τουέντυ , του είπε η σοκολάτα , άι γουάντ του τιπ παπού , με εκείνη την ωραία διάθεση που έχουνε τα πλάσματα της νύχτας όταν το ένα θέλει να φχαριστήσει το άλλο . Σούρ , τη ρώτησε εκείνος . Έλα ρε , Νόμποντυ πλαης γκουντ uncool , γουιθ νο ντρινγκ αντ νο μονεϊ Όλα τα μαθε η καριόλα . Στο τσεπάκι του ποκαμίσου μωρή . Άι νο , του άπήντησε σε τόνο αυστηρό . Το κοριτσάκι λεει να σου παίξουμε να χορέψεις . Του είπε ο μουστάκιας . Θες ένα απτάλικο ? Και άρχισε να παίζει εκείνο το κάντονε Σταύρο κάντονε , εκείνος σηκώθηκε και άρχισε να φέρνει τι βόλτα ήσυχα , στο ρυθμό χωρίς φιγούρα , μόνο καμιά στροφή . Χτύπα το ρε ζημιάρη προέτρεψε ο τρούμπας , και εκείνος κατά το παραδοσιακό άρχισε να βαράει τα τακούνια στο ξύλινο πάτωμα μετρώντας τα όγδοα .
Αλανιααααααααααααααρηηηηηηη , σχολίασε επιδοκιμαστικά ο μουστάκιας . Τέλειωσε ο χορός προσγειώθηκε και ένα μισόκιλο κόρτεζι από το κατάστημα .
Γούαϊ χη καλντ γιου κλανιάρη , ρώτησε η σοκολάτα . Αυτός προσπάθησε σε αγγλομπινί να της κάνει μπρίφινγκ το μόρτικο , τι εστί αλάνα , η κότα η αλανιάρα που τριγυρνά και τσιμπάει . Εκείνοι τον ήκουε μετά προσοχής . Εκείνος τέλειωσε , εκείνη έπαθε διάλειψη . Μετά χαμογέλασε και του είπε συτυχισμένη , δεν άι αμ νοτ μποτάνα , άι αμ αλανιάρα . Έχει αντίληψη στα μόρτικα δεν μπορείς να πεις .
Ο αμερικάνος ξύπνησε , και ζήτησε από τον μουστάκια να παίξει κάτι ραμάντικ . Ευτυχώς γιατ΄λι κοντεύαμε να γενούμε τσάμπα μάγκες , και να στρώσουμε κεφάλα χωρίς να τομυρίσουμε , μόνο από τα τραγούδια . Δεν ξέρουμε ευρωπαϊκά , είπε ο μουστάκιας , προφανώς ψέμματα .
Η σοκολάτα , που την είχε πάρει γραμμή , του είπε να πάρει αυτός την κιθάρα . Μαζέψου μωρή ζουρλή σοβαροι αθρώποι θα παίζουμε το ζητιανόξυλο στα κουτούκια . Ελα πληηηηηζ . Θα παίξεις ρε άρχοντα να φάμε και εμείς να έρθουμε που είμαστε εδώ από τις 7 και έχει πιάσει φωτιά ο κώλος μας ? Ρώτησε ο μουστάκιας , δίνοντας του την κιθάρα . Χη πλαίηζ βέρυ νάις πληροφόρησε τους αμερικάνους η έτσι χαμογελαστά . Λέγοντας του στο αυτί , μπατ γιου γουιλ νοτ σετ παρτούζα ορ σουίνγκινγκ σουαπ μαλακίες γκουιθ ντα κιντς ντέι αρ ιν λοβ .
Εκείνος σε ρε το μπάσο , και άρχισε με ρε ματζόρε , φα σολ λα σολ φα μι το άλγουαίης ιν μάι μάιντ . Τους το παιξε σόλο , το είπε κι όλας , έκανε και τα πουτανίστικα τα καταβάσματα με τα αρπίσματα . Οι αμερικάνοι γουστάρανε . Χη ις λάι γουίλι νέλσον , είπε η αμερικάνα . Της θειας σου το μπουγαδοκόφινο μωρή ξεκωλιάρα που θα μου πεις ότι είμαι σαν τον κωλογέροντα , σκέφτηκε εκείνος . Θένκιου , είπε . Φίνα είπανε οι αλανιάρηδες που είχανε στρωθεί σε κάτι πιατάρες σαν την Πλαταία Ομονοίας με γύρο , κρόμμυα , πατάτες και πιτόνια και κολατσίζανε. Γιου νο σπανις ; ρώτησε ο αμερικάνος . Χη νοους το σινγκ ντο το σπηκ , τον έδωσε στεγνά η σοκολάτα . Μαζέψου μωρή Κάστρου φιδοφάγα και έχω γίνει στην πένα , θα αρχίσω να φαλτσάρω και θα γίνω ρεζίλι και στο Νέο Κόσμο . Μέτρο ? Ρώτησε εκείνη . Ελα ρε , πλαίη μπιστολέρο . Και τους έπαιξε το Desperado . Εκείνη την στιγμή γύρισε και του είπε αποφασιστικά , Ουάν μορ αντ γουή γκο , θελω γκαμίσω , του είπε στο αυτί .
Τους είπε το μαλαγκένια σαλερόσσα . Η αμερικάνα έλιωσε πλερώκανε , φιληθηκανε η πουτή και η αμερικάνα . Χάρυ , του είπε όταν μπηκανε στο αμάξι . Πήγανε στον Πρίαμο . Tognight , you will not sleep του είπε καθώς έκλεινε την πόρτα ξεκουμπώνοντας το παντελόνι της αφήνοντας ελεύθερη την κωλάρα της . Τonight , θα σε γκαμήσω untill the morning .
20 Αυγ 2010
Οδηγίες σε νέους στριποφίλ
Δεν περίμενα βρε χύστη
Και σύ κορόιδο να πιαστείς
Να μασήσεις το τυράκι
Στο τριπάκι για να μπεις
Ο καιρός πάντα θα είναι
μια μπουνάτσα μια φουρτούνα
Κι αμα ο χύστης περιμένει
Στο λιμάνι δε θα βάλει ουδεπόποτε τη Σκούνα
Σόρρυ που στα λέω έτσι
Μα έδω κάνεις ένα λάθος
Μη φαντάζεσαι πολλά
Ηρακλής δεν είναι ο Πάθος
Κι ο λαός να μη ζηλεύει
Γιατί δεν υπάρχει κόλπο
Όλα είναι αβέρτα πάγκα
Θέλει μόνο λίγο τρόπο
Ροστεράκι τι να λέμε
Που θυμόμαστε και κλαίμε
Τις παληές τις εποχές
Με ποτούδες εκλεκτές
Μια φορά γράφουμε κάτι
Μετά τί να ξαναπούμε
Και την ίδια βαρεμάρα
Να την ωραιοποιούμε
Γράφουμε ένα δυο λογάκια
Γιατί είμαστε πρεζάκια
με μπριζόλα κι αραπίνα
και τον πούστη το σωλήνα
Κι όπως τα παλιά πρεζάκια
Που γραφαν κι αυτά στιχάκια
Για λουλάδες και νταμίρες
Γραφουμε για τις κουρτίνες
Για να φύγει το μεράκι
Και να σπάμε και κεφάκι
Κι έτσι κάνουμε ιστορία
Τη δική μας μαλακία
Κι ο λαός να μη ζηλεύει
Να μη δίνει σημασία
Το μουρμούρι το δικό μας
Είναι αρρώστια όχι ουσία
15 Ιουλ 2010
ΕΝΑ VITSIόζικο Love Story
14 Ιουλ 2010
Σιγά σιγά πέφτουν οι τίτλοι
Μια εντυπωσιακή ψηλή κυρία , μια εξ ίσου εντυπωσιακή ψηλή κυρία , ένα πιτσιρίκι , ψωνίζανε στην Κεντρική Αγορά . Με μακριά φορέματα λαϊκής , μέχρι τον αστράγαλο . Μετά ήρθε ένα αυτοκινητάκι , μπήκανε μέσα , φύγανε .
Ωραίες εικόνες .
Αλλά εσύ ήσουνα μαλάκας Αντρέα μου που δεν είπες τη χαμογελαστή σου καλημέρα , αλλά αντίθετα το 'σκασες σαν να βλέπες φαντάσματα .
Από την Κόλαση του Δάντη .
Και μετά έστελνες μηνυματάκια .
Κι όμως , ήτανε μια λύτρωση .
Κάπου τελειώνει μια πορεία , κάπου ξεθωριάζει η ιστορία . Το σήριαλ είχε αρχή και πολλά επεισόδια . Περιμένω μαζί σας να δω το τέλος .
Είμαι περίεργος .
7 Ιουλ 2010
ΒΡΟΧΑ ΠΑΡΤΥ 2 Αποσπάσματα από έρωτες Επεισόδιον 3ον
Σκέφτηκε λοιπόν να κάνει ένα μεγάλο δώρο στην Αθρωπότητα , και να συνεχίσει τα απομνημονεύματά του , έβαλε ένα μεταξωτό μαξιλαράκι στην καρέκλα , έβαλε ένα Τζόνυ Μπλε που του χε φέρει ο Γιώργος στα γενέθλια του , άναψε και ένα τσιγαράκι ( κιγκ σάιζ ) , ξεκαπάκωσε τη μπεκατσομύτα τη Μοντ Μπλαν και ατένιζε το λευκό χαρτί , σκεπτόμενος και πάλι μια νύχτα καλοκαιρινή , που η ζεστή βρόχα έπιπτε στρέιτ θρου .
Ήτανε να πούμε όπως είπαμε εντός του κωλόμπαρου , και του την είχε πέσει η ψηλή η μυστήρια η σοκολάτα με την αφάνα , ένεκα της παλαιάς γνωριμίας , και του πάλαι ποτέ έρωτος να πούμε . Φόραγε ένα στρινγκ τίποτας , και από πάνω κάτι σουτιέν υπερενισχυμένα διότι εκεί πάσχαμε . Εκείνος τη θερμομετρούσε από μπρος και από πίσω , ενώ εκείνη τούλεγε πόσο τον ηγάπα , σπάζοντας ένα πολύ γλυκό χαμόγελο , μελιστάλαχτο και πουτανίστικο . Μετά από λίγο τον αρώτηξε να πάρει ντρινγκ . Εκείνος της απήντηξε ότι ντριγκς πλέον δεν κερνάει , μόνο πριβέδες κουρτινάτους τρατάρει διότι το ντριγκ δημιουργεί κακές συνήθειες και εμότιοναλ κονέκτιονς , και η εποχή είναι δύσκολη , κάτι η κρίσις και κάτι η χλιαρή βρόχα που όξω έπιπτε στρέιτ θρου .
Εκείνη επληγώθη, διότι ήτο καλή δεσποινίς , με σπουδάς εις το Πανεπιστήμιο της Αμπουτζα , καριέρα στα κωλόμπαρα επαρχίας και διδαχτορικά και καβαλιεράτα στα περίχωρα της Συγγρού , και δεν ήτο όπως οι άλλες . Ήτο αιστηματίας , και ήρθε ως φίλος που τον ηγάπα να του κάνει παρέα , διότι ήτο μόνος του και μελαγχολικός τούτη τη νύχτα που η βρόχα είχε κόψει αν και ψιλοέπιπτε ράιτ θρου .
Αυτός της είπε ότι είχε όρεξη για μπριζολίτσα , διότι ο έρως του έπιπτε βαρύς στο στομάχι και του δημιουργούσε αερισμό και πρήξιμο μεταξύ αφαλού και γονάτων εμπροσθεν , και ήτο απηγορευμένος από τον Γιατρό , όχι εκείνονα που γαμούσε τη Φατίμα , τον Φρέσκο που είχε και Διδαχτορικό από το Τύμπιγκεν . Έλα μαι λοβ , του είπε τότενες εκείνη , δεν θα με γκαμήσεις ντράι . Εκείνος επειδή δεν του ήρεσε και το ντράι μαρτίνι αλλά μόνο το ουίσκι βόμπα , το καζανιαστό , από τα Πετράλωνα , συγκατένευσε και διέταξε τον περιποιητή να φέρει ένα νεράκι , οπότε και εκείνος έφερε ένα ούρσους , με βοντκα και σόντα ( βυσινάδα , μανόγαλο , και παραθείο για τον αφρό ) , και που χωρέσανε τόσα πράματα σε μισό ποτήρι κολωνάτο του κρασού , άμα δεν κάψει τα στέμφυλα η βρόχα που τσούρου τσούρου έπιπτε στρέιτ θρου .
Γκεια μας , του ας , του είπε . Και τσουγκρίξανε . Και ήτο βέρι βέρι ευκαριστημένη . Διότι ντεν είχε κάνει ακόμα σεφτέ . Και του δωσε να κρατήσει το τσαντί που το άνοιξε για να τον πείσει . Ενώ αυτός στην μπροστινή τσεπούλα , ψηλάφισε κάτι σαν στρογγυλό πλαστικό τυλιγμένο σε αλουμινόχαρτο . Εκείνος της ξανάπε για το πριβέ αλλά εκείνη του πε ότι εκείνη δεν κάνει τέτοια , και ντεν έχει και μπλαστικ , ούτε πίνει ούζα με κυρίους με το φιλαράκι της το ζουμπουρλούδικο , όπως τηνε κατηγοράνε οι μποτάνες που του γκλείφουνε το μπουλί απέναντις . Και επειδής έτυχε να του κάνει μια φορά μπριζολοπριβέ του πληηηήηζ χιμ , δεν σημαίνει ότι το κάνει μπηκος είναι κακό για το τζόμπ της . Και εν πάση περιπτώσει εκείνος είναι εξ βόυφριεντ και ντεν πρέπει ασκ φορ τέτοια , γκιατί μαζί του είναι σάυ . Και όξω η βρόχα πίπτει ράιτ θρου .
Εκείνος έβλεπε ότι κατάστασις συνεχιζόταν , και έβαινε προς ποτοθεραπεία , που την είχε απαγορέψει ο ντόχτορ , και θα ήμασταν για φάπα υπερηχητική . Έκανε ντρίμπλα και έριξε κάθετη μπαλιά στον κενό χώρο μπάκε τη μαζώξει ο Φορλάν να να βάλει γκολ . Και όπως του χανε πει κάτι φίλοι παντογνώστηδες , μωρφοτήρια κωλομπαρίστες , που τονε διδάσκουνε πολλά και όμορφα πράματα , διότι εκείνος ήτο ολίγον μπίτις , που λέει ο οξαποδώ κι αλάργα , και δεν κατείχε πράμα .Και είχε και ευγενή απώτερο σκοπό . Διότι ή θα έκοβε ο αμυντικός με τάκλιν , και έτσι θα την κοπάναγε η ηθικιά και τιμία τσοκολάτα καρνέισον και θα γλιτώνανε τα δίδυμα του από τον τυμπανισμό , ή που θα μπαινε το τόπι στο πλεκτό , και θα απέφευγε το γδάρσιμο , τρώγοντας και το μπριζολίκι του με την ησυχία του , σε πλησιόχωρο επταώροφο χοτέλι , όπισθεν του οικοδομήματος ιδιοκτησίας του αείμνηστου Τέλη , που σου ισιώνουνε τα υδραυλικά . Και συνήθως μετά από το ίσιωμα έμπροσθεν ξενοδοχείου , ανταμώνεις και την ειμαρμένη , ενώ οι συγγενήδες κλαίνε και η βρόχα πίπτει στρέιτ θρου .
Εκείνος την αρώτηξε αν μπορεί να κάνει κουμάντο και να σκολάσει . Αυτή δεν έφευγε διότι ήτο καλό κορίτσι και σοβαρόν και θα κινδύνευ το τζομπ της , άσε που θα τηνε σχολιάζανε, αρνητικώς οι ρέστες αρσακειάδες του καταστήματος , που είναι κάτι κουσκουσιάρες οι καριόλες, τύφλα να΄χει ο Παπαγιάννης στο έξτρα Τσάνελε . Δεν είχε κάνει και μεροκάματο και πως να φύγει . Άσε που δεν έφευγε ποτές και προ της τετάρτης πρωινής ( και μόνο με εγγυημένη φορτωτική , αλλά αυτό δεν τόπε , διότι το τσαρδί της ήτο στου διαόλου τη μάνα , και περίμενε να πάει έξι το πρωί , να ψήσει το μπόση να της δώκει κανα κοσάρι για ταξί , και να πάρει το λωφορείο , διότι 19 γιούρος δεν είναι αμελητέα ποσότης ) . Δηλαδή η κατάστασις ήτο στριμοκωλέισιον και συναχωμένη . Καλά να σου το κάμω μωρή το μεροκάματο και άμα είναι φεύγουμε κατά τις 3 , πόσο είναι 15 καρτόνια ? (κάνοντας την κίνηση να παραγγείλει ένα οχτάρι). Αλλιώς μένεις εδώ και εγώ την πουλεύω να πάω καλιά μου , διότι όξω ο καιρός χαλάει και εντός ολίγου θα γαμιέται ο Δίας στα μπουμπουνητά και η βρόχα θα πίπτει ράιτ θρου .
Τη στιγμή αυτή μάγια θα γενήκανε και εκείνος ένιωσε ότι μάλλον θα φύσηξε πουνέντης και διελύθη η σοροκάδα , διότι το τοπίο άλλαξε και η έτσι παράτησε το σέρτικο το χιτζάζι και το ριξε στο σι μπεμόλ . Ω μάι γκοντ , σουήτ λορντ τζεζους , χουατ α τεριβλ γουάιστ οφ μόνεϋ ! Εγκώ μαι λοβ σε βλέπω ως βόυφριεντ και όχι ως πελάτη και άμα θέτε να ξοδεύετε τα γιουράκια σας , γιατί να τα ξοδέψετε επαέ και να μη μου τα δώκετε αουτσάιντ , και να φύγουμε σε 10 λεφτά . Ναι είπε εκείνος , αλλά όξω θα πάρεις το 40% που θα ' παιρνες από τις κάρτες . Κάντο μωρέ ένα κατοστάρικο και μην είσαι τσίπης που είσαι αξιοπρεπής και σοβαρός νέος , και ομορφούλης και χάιδεψε με λιγάκι που με ανάβεις και με εξιτάρεις να εκεί μωρό μου στο ( ------ακατάλληλον ---- ) και ..... και ... και άμα θες να σου κάνω σιμπούκι χωρίς πλάστικ , να γκαμήσεις νο γκαμπότα μουνί μου και κύσεις στο γκώλο μου που είναι βέρτζιν , εκτός από 15 φορές που τον έχω δώκει σε εσένα ( και 750 σε πακιστάνι , αλμπανιαν , εξετερά εξετερά , και μάλλον και γκουιδάουτ μπλάστικ γιατί κάνουνε και θρη γιούρος το πακέτο ) . Να φύγκεις πρώτος του είπε και θα περιμένεις παρακάτου να μη γίνομεν αντιληπτοί από την εργοδοσία , γιατί εγώ θα πω ότι με έπιασε κόψιμο και θα χεστώ στους καναπέδες για να φύγω , έχω και μάι περιοντ ( φιφτίνθ τάιμ δατ μονθ) . Δεν θα αργκήσω , είναι και καλός ο καιρός όξω , στο αμάξι θα είσαι , δεν είναι και υγρασία να πίπτει η βρόχα στρέιτ θρου .
Τεσπα εκείνος τακτοποίησε το ταρίφα - μπιλ , των 25 έουρος ( που΄σαι μικροπρίγκηπα που μας έμαθες την οικονομία ) . Αυτός είναι για Υπουργός των Οικονομικών , όχι ο ξυνός ο γυαλάκιας Γιώργο μου που με τα συστήματά του για να μαζέψουμε 5 γιούρος έχει κόστος 4.92 .
Αφήστε λέει ο περιποιητής και κάτι για το σέρβις , (ποιο σέρβις μωρή τσουτσού , που κάναμε 25 γιούργια λογαριασμό Αλβανίας λες και σκίστηκες να μας τρατέρνεις , τεσπά ( και αυτό μικροπριγκηπικό είναι ) πάρε ρε και 2 γιούρος γιατί είμεθα κιμπάρηδες . Και οδήγησε την αρχοντική του προσωπικότητα προς την έξοδο , να ξεπαρκάρει το τού τού , επάνω στο οποίο είχε καθίσει ένας αγριοτράβελος σαν τον Γκιουλέκα με μπεμπι ντολ . Καθώς διάβαινε την έξοδο τρακέρνει ένα γλειώδη υπερήλικα , που υπηρετούσε προ ετών στα κεντρικά και τώρα τον είχανε μεταθέσει , που τον θυμότανε , τσίμπησε το 10ρικάκι , και τουπε με εδαφιαία υπόκλιση ότι τον ευχαριστούσε κλείνοντας το μάτι , ενώ ο αέρας κόλαγε γιατί είχε ξαστερώσει και η βρόχα δεν έπιπτε στρέιτ θρου
Το αιφνίδιο τιπάρισμα είχε και το ευεργετικό αποτέλεσμα του αφού , εν τω μεταξύ , ένας τυπάς με ένα μερτσεντικό φόρτωσε τον Γικουλέκα , και τον πήγε να του γυαλίσει τη μπετούγια προφανώς . Οπότε εκείνος ξεπάρκαρε και στήθηκε παρακάτου να περιμένει , με τα φώτα σβηστά Τσεϊμσμοντίστικα , και με ένα εύλογο φόβο μην πάθει τα χαΐρια του Βιτσάκου και του γράφουνε μετά ποιηματάκια , ένα βράδυ που είχε αρχίσει να ψυχραίνει , αλλά ο καιρός κρατούσε και δεν θα έπιπτε με τίποτις η βρόχα ράιτ θρου .
Αίφνης μετά 12 λεπτά και 32 δεύτερα , έχει και χρονόμετρο το ταγκ χόγιερ , εμφανίζεται η έτσι , με τα πολιτικά της (μπλούζα λαϊκής - τζην μαϊμού καβάλι - σαγιονάρα απο το περίφτερο -τσαντα Γκούστι απ΄όξω από την ΑΣΟΕ ), χαμογελαστή και τσαχπινογαργαλιάρα . Επιβιβάζεται και κάνει την αρώτηξη που υπάγομεν . Για Παγκράτι της λέγει εκείνος , οδός Φωκιανού . Άσε μωρέ μακριά είναι , πάμε εδώ παρακάτου που σε 2 τετράγωνα μου χουνε πει ότι είναι ένα χοτέλ με πολλά πατώματα καθαρό και αξιοπρεπές με υπόγειο γκαράζι και όλα τα κομφόρ , εγώ βέβαια δεν το ξέρω γιατί δεν επισκέπτομαι κυρίους στα χοτέλια , αλλά που να τρέχουμε στα Παγκράτια τώρα , άσε που μπορεί να χαλάσει ο καιρός και η βρόχα να πίπτει στρέιτ θρου .
Το κακό ήτο ότι μάλλον είχε κάνει προηγουμένως κανα 2 πριβέδες , γιατί το άνθος της ήτο ορθάνοιχτο , κάτι σαν την κολυμβήθρα του Σιλωάμ , και της είπε να ανοίξει την κεκρόπορτα διότι δουλειά δεν γίνεται αλλιώς . Εκείνη τσίνισε γιατί εκείνος είχε μπιγκ μπουτσος , αλλά προ του κινδύνου να απολέσει το χαντρεντ γιούρος , και να πλερώσει και ντουεντι φορ νταξι , είπε ναι , Όλα γκίνανε θρη τάιμς με μπλάστικ , να γιατί εκείνος , αν και ήτο τολμηρός δεν ήθελε να παρασημοφορηθεί στο πεδίο της τιμής με μήκυτες τουλάχιστον , και να αμολείβει το μπιγκ μπούτσος με νταχταρίν κανα τρίμηνο . Ενώ το δωμάτιο προς τα όξω είχε ηχομόνωσις ( προς τα μέσα ήξερες πότε έχυνε ο καρντάσης 3 πατώματα παραπάνω ) και δεν ακουγόταν αν έπιπτε βρόχα .
Για τα αποδέλοιπα να μην αρωτάτε διότι είναι ντροπής πράματα και δεν είναι πρέπον να τα λέμε και να εκθέτουμε αθώα πλάσματα , που η κατάρα της ζωής , η άτιμη κενωνία , ο αλκοολικός πατέρας , η άτιμη ξενητιά , το ανάπηρο παιδάκι , ο ανεπρόκοπος πρώην σύζυγος , ο πρεζάκιας αδερφός , η τρελή μάνα και ο χαρτοπαίχτης προαγωγός τις αναγκάζουν να κυλιούνται εις το βούρκο και να μη μη βρίσκουνε ησυχία κάτι νύχτες που η βρόχα πίπτει ράιτ θρου .
Ώρα 7.30 το πρωί , εκείνη κουράστηκε , πήγε να κλάσει και παρά λίγο να κατεβάσει ότι είχε φάει 2 μέρες πριν , και του είπε του στοπ , είχε γίνει και το κωλοτρυπιδάκι της σαν πεντακοσάρικο μεταλλικό . Οπότε εκείνος την έστειλε για ντουσάκι , και παρήγγειλε στην υποδοχή ταξάκι . Η έτσι μέχρι να αριβάρει ο ταρίφας , του είπε ότι τον αγκαπά πουλύ πουλύ , κράιγκ εβερυ ντάι φορ χιμ , νεβερ ληβ χερ αγκαιν, ση γουίλ κορεκτ , μπη νάις γκιρλ , τσέηντζ , και ντώσε και είκοσι γιούρος γκια τάξι γκιατί παίνινιγκ και ο χας της . Η πρώην παρθένος , τσούρνεψε το κοσαράκι , επιβιβάστηκε στο αγοραίο όχημα που είχε στο μεταξύ καταφτάσει και πήγε στο τσαρδί της .Εκείνος κατέβηκε στο γκαράζ άνοιξε το πορ μπαγκάζι ,έβγαλε τη μάυρη κουστουμιέρα , με τα σέα του κομπλέ όλα , ( οδοντόβουρτσα , ξυριστικά , μπλέιζερ , καθαρό ποκάμισο και μπενταντίν ) διότι το μέλλον είναι άδηλον και ουδείς γνωρίζει που σε βρίσκει το ξημέρωμα , έκανε το ντουσάκι του με αντισηπτικό σαπούνι , αμολείφτηκε όλος με διάλυμα τρία μέρη νερό ένα μέρος μπενταντίν , ξαναπλύθηκε με το σαπούνι το γιάρντλεϋς , ξυρίστηκε , έβαλε τα πρωινά και κατέβηκε στο κέντρο για μπουγάτσα . Ο καιρός έφτιαξε και η βρόχα ουδόλως επέπεσε.
Καθώς οδηγούσε το κάρο του προς το κέντρο εσκέπτετο , ότι εν τέλει όλα είναι υποκειμένικά ,αφού η κατάλληλες κουβέντες γεννούν λεπτά αιστήματα και το τεμμάχιον έρχεται τρέχοντα , σαν τον Κεντέρη , αλλιώς γαμιέται ο Ανανίας , και τρέχεις με τον κώλο φιλιστρίνι νυχτιάτικο σε παγωμένες ρουγες και δεν πίπτει βρόχα , αλλά τυφώνας σαν αυτούς που χτυπάνε το Νιου Όρλεανς
Καλημέρα Σας .
Ρ.
ΥΓ
Η ιστορία είναι όλως φανταστική , ουδεμία σχέση έχει με πρόσωπα και πράγματα . Αφού αυτά τα πράγματα δεν γίνονται . Είναι όλα προϊόντα της οργιώδους , καλπάζουσας και ανώμαλης φαντασίας του φίλου μου του Αντρέα και καμιά σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα . Τυχόν ομοιότητες είναι όλως συμπτωματικές .
Τέλος πάντων . Η κατάληξη της άνω βλακώδους φανταστικής ιστορίας , μπορεί και να μην είναι και ακριβώς έτσι διότι την επόμενη εβδομάδα έρχεται το πάρτυ θρη , με το τέλος της ανωτέρω παραμύθας ( προς ώρας )
ο ίδιος
1 Ιουλ 2010
Αποσπάσματα από Έρωτες Βρόχα πάρτυ 2 Επεισόδιον 2ον
Λέντις αντ Τσέντερμεν
Μπόυς αντ γκιρλς
( αντ στράκια )
Ήτο η επόμενη νυξ . Νυξ νυχτωμένη και σκότεινη . Είχε επιστρέψει από το Μικρολίμανο που είχε φάει κάτι σκαθάρια , ψαρόσουπα , χταπόδια , ούζα , σαλάτες , κροκέτες και τέτοια σκατά , και απορούσε γιατί ενώ είχε φάει μόνο frutti di mare είχε δυσπεψία , αναγούλες και καούρες . Ήπιε μια σοδίτσα , αλλά αποτέλεσμα μεδέν . Άνοιξε την κατάψυξη , έβγαλε ένα Jaegermaister , έβγαλε και ένα παγωμένο σφηνάκι . Κάπως αρχισε να ξαλαφρώνει . Άνοιξε τον κλιματισμό κάθισε στην καναπεδάρα τη δερμάτινη δίπλα στη βιβλιοθήκη και έβαλε το σι ντι να παίζει και στρώθηκε να τελειώσει το επεισόδιο από τα απομνημονεύματά του , μια νύχτα μοναχική γεμάτη υγρασία καλοκαιριάτικη που κολλαγε πάνω σου σα μαλαφράτζα , διότι μολις είχε σταματήσει η Βρόχα να πίπτει Ράιτ θρου .
( Αυτό το βαλε στο τσι ντι ανοίχτε το να το ακούτε όσο διαβάζετε)
Εκείνος βρισκόταν εντός του κωλάδικου , καθισμένος επί του καναπέος , του χανε φέρει και ένα βουίσκι , φημισμένη περδικούλα , κάτι φυστίκια προπολεμικά , του χανε ευκηθεί και καλά να περάσει και τον αφήκανε μόνο του να βλέπει τις ξεγράκωτες στο σουλήνα , να καπνίζει τα τσιγαράκια του και να παίζει την κομπολόγα του . Ενώ όξω η βρόχα έπιπτε ίσως και λίγο σαν να κατουρεί πόντικας ίσως και στρέιτ θρου .
Γυρνάγανε γύρω γύρω οι τρύπερς , άλλη με το στρινγκ , άλλη με φόρεμα διάφανο να φαίνουνται όλα από μέσα , άλλες με σόρτς , άλλες με φουστάνι μίνι σηκωμένο να φαίνεται η κωλάρα , ωραία πράματα , έγινε και ένα λάιβ σόου , αλλά υπήρχε μια γενική μπαζοκατάσταση , και μια μιζέρια , όλες στο μπίρι μπίρι και στη ζήτα για κανα πουτό , για κανά χουρό , για κανα καλό πριβε , απάνου στο πατάρι κουρτινάτο , ή ανλτητικό κατά τις προθέσεις και το βαλάντιο του πελάτου και την όρεξη της πουτής . Ενώ μέσα στο κωλάδικο ακόμα στεγνοί ήμαστα , γιατί έξω όλο και ή βρόχα έπιπτε ράιτ θρου .
Εκείνος ήπιε και ένα δεύτερο βουίσκυ , με πάγο και σοδίτσα , ενώ αρχίσανε από το τραπέζι του να περνάνε διάφορες , μια χοντρή με ένα μακρύ φόρεμα , που έκατσε στο πόδι του , και ευτυχώς που όταν ήτανε μικρός έπαιζε ποδόσφαιρο γιατί αλλιώς θα του το'χε ξεράνει , μια ψηλιά αδύνατη , περασμένη με κακιωμένη φάτσα μαύρο πουκαμισάκι και στρίγκ με σουβλερή μύτη . Η τελευταία προσεβλήθη που δεν τη θυμότανε και του πε ότι θα του κάνει και ένα πριβέ αξέχαστο , αλλά εκείνος που θυμότανε καλύτερα της απήντησε ότι προ έτους , όταν δούλευε στο Βατραχονήσι , έλεγε ότι δεν φτιάχνει φραπέδες καλαμωτούς και μπριζολίτσες και δεν βγαίνει ραντεβουδάκια εξωτερικά , οπότε φέρνει ο καιρός τα λάχανα φέρνει και τα παραπούλια . Έφυγε η ψηλιά και ήρθε μια γριά , η οποία μάλλον ήταν η χιουμοριστική ατραξιόν του καταστήματος γιατί και περισσότερες κόκες από τον Τονυ Μοντάνα να χες κατεβάσει , και πάλι αυτή για κωλομπαρού δεν την περνούσες . Και αυτά γίνονταν ενώ η πότρα άνοιξε να μπεί μια παρέα , και μπήκε μέσα η μυρωδιά της βρόχας που έπιπτε ράιτ θρου .
Μετά πέρασε μια ξανθιά με ένα λαχανί φουστάκι και και τοπ και τουπε να τον ανεβάσει στην κουρτίνα , αλλά μύριζε ο στόμας της . Κατόπιν πέρασε και μια κοντή μελαχροινή σαν στέκα λεπτή και τι να κάνεις με δαύτη . Και μετά μια αραπίνα χαμογελαστή , ζουμπουρλού και τούμπανο , που αφού τον πλάκωσε στις γρήγορες με το τσαντικό της του πε σε πολύ καλά ελληνικά γελώντας « Έλα να σου κάνω μπριβέ να σου γκλυψω μπουλάκι να συσεις » . Και ενώ πήγαινε να γίνει αρχή διαπραγματεύσεων , της την έπεσε ένας γκαρσόνις και την πήγε στην παρέα που είχε μπει μόλις , και τσουπ εκείνη ανέβηκε με ένα τύπο απάνου , προφανώς γιατί τη ζήτησε από το σερβιτόρο να του τη στείλει να του γλύψει το πουλάκι του , ενώ η βρόχα δεν θα χε κόψει ακόμα και θα έπιπτε στρέιτ θρου .
Με τα πολλά και εκεί που ετοιμαζόμαστε να δώκουμε παράγγελμα άπαρσις , πλησιάζει μια έτσι με μια μαλούρα φουντωτή , γύρω στο 1.97 με τον τάκο , μάυρη κι άραχλη σαν πίσσα , με ωραίο δέρμα , λεπτή και αρωτά « να κάτσω» . Και δεν κάθεσαι της απήντησε εκείνος , και άρχισε να απλώνει , διότι φόραγε και ένα στριγκ απειροελάχιστο , και σε ωθούσε στην απλωτική . Και εκεί που εκείνος της είχε γραπώσει το δεξί κωλομέρι , εκείνη αρχίζει κάτι μυστήριες εξηγήσεις , για πριβέδες , για χορούς , για ποτά . Και του είπε να μη της βάνει χέρι άμα δεν κερνάει ποτό και τέτοια . Τώρα εκείνος δεν θελγόταν από τα μυστήρια από τότενες που ήντουνε πιτσιρής και διάβαζε τη μάσκα στο υπόγειο για να μη τονε κάνει ίσαμε δυο αλόγατα με τη λουρίδα ο ντάντυς του κάτι νύχτες χειμωνίατικες , όταν η βρόχα έπιπτε ράιτ θρου .
Η συνέχεια στο επόμενο
25 Ιουν 2010
Βρόχα Πάρτυ 2 Επεισόδιον 1ον
Ήτο ώρα δύσκολη . Δυσκοίλια , στριμόκωλη και συναχωμένη. Όξω είχε βρέξει , αλλά ήτο θέρος και είχε βάλει μια υγρασία να κολάει το σώβρακο στην κωλοτρυπίδα σου και μετά να πετάς κάτι καντήλες σαν προπολεμικό τάλαρο . Εκείνος έπινε καϊπιρίνια με κάτι φίλους του στο Βραζιλιάνικο χλιδαμπουροφαγάδικο της Γλυφάδας , αφού είχανε ξεσκιστεί στη μασαμπούκα , απορώντας γιατί δε γράφουνε οι κοιλιακοί τους ένα βραδάκι γύρω στη μία μεταμεσονύκτια , παρακολουθώντας όξω τη βρόχα που έπιπτε ράιτ θρου .
Αίφνης , τον ένα τον πήρε η γυναίκα του , τον άλλον η γκόμενά του και τον 3ο μια ρωσσίδα βίζιτα , που του είπε ότι τον περίμενε στο χοτέλι που έχει το όνομα του κοτέρατου του συχωρεμένου του Νιάρχου . Εκείνοι την πουλέψανε σαν να τους κυνηγάγανε δαίμονες , αφού τακτοποιήσανε το λογαριασμό , για να πάει ο καθείς να βρει την τύχη του .
Εκείνος έμεινε να κοιτάει κάτι ξέκωλες βραζιλιάνες που χορεύανε ανάμεσα σε πουρούς και πουράτους , είχε νικήσει προ ολίγου η Seleção και κουνάγανε χαριτωμένα τις κωλάρες τους , και γενικά παρουσιάζανε ένα θέαμα μέγκλα ενω η βρόχα είχε κοπάσει και δεν έπιπτε πλέον στρέιτ θρου .
Εκεί που πήγε να γεμίσει στον κενό χώρο , ενεφανίσθη ένας μπίχλας μανατζερόφατσας , και μάζεψε τις σεισοπυγίδες , και τις έβαλε μέσα να τις πάει προφανώς για νάνι στα ξενοδοχεία και συμπτωματικά μετά την κοπανήσανε και κάτι πουράτοι με μερσεντικά . Έτσι μείναμε με το πέουλα εις το χέρι και ο καιρός ξανάκλεινε και σε λίγο θα άρχιζε να πίπτει η βρόχα ράιτ θρου .
Εκείνος δεν το έβαλε κάτω , πήρε το αμάξι του , άναψε και ένα τσιγαράκι κίνγκ σάιζ , και ξεκίνησε για τους γνωστούς προορισμούς , διότι τον είχανε φτιάξει οι καριόλες και έπρεπε να βρει διέξοδο επειγόντως , διότι στα 75 εκτός από το ότι δε λέει , είναι και επικίνδυνο για καρδιές κ.λπ. να προβαίνεις στις κατά μόνας ηδονες , καλοκαιριάτικο με υγρασία χωρίς ούτε μια ψιχαλίτσα να πίτπει στρέι θρου .
Ώρα 2.30 και κάτι ψιλά . Γνωστό στριποκωλόμπαρο Β΄ Εθνικής Κατηγορίας . Καθημερινή . Απ΄ όξω αυτοκίνητα . Πολλά αυτοκίνητα , για καθημερινή . Εισερχόμεθα χωρίς πολλές προσδοκίες , διότι η νύξ ήτο ολίγον μουντή και σκότεινη , αν και βρόχα δεν έπιπτε ράιτ θρου .
Εξυπηρετικοί λαμογιοειδείς περιποιητές του καταστήματος μας καθίζουνε στον καναπέ , μας φέρνουνε το προβλεπόμενο νερό που καίει με τα δέοντα μπαγιάτικα αλμυρά - κάτι σαν - φυστίκια . Κοσμός πολύς όλος παραδόξως δεν υπάρχει μέσα . Αλλά δεν ανεβαίνουνε και απάνου στο κουρτινοπριβέ , ούτε ποτά κερνάνε , οι κερίες στα τραπέζια , φόλα νούμερο 22 φάγαμε , χέστα , καλύτερα ήταν μια φορά στο Τζέρσι Σίτυ που μας τα πήρε μια Πορτορικάνα μια σε ένα ζάδικο που έπαιζε έμινεμ και όξω η βρόχα έπιτε στρειτ θρου .
Η συνέχεια στο επόμενο .