H νυξ όλως παραδόξως δεν ήτανε θλιμμένη , ήτο να πούμε κομψί κομψα . Ήτο ντεμί σεκ . Εκείνος βάραγε την κιθάρα του . Έπαιζε κάτι τάγκο , αντιος μουτσάτσος κομπανιέρος δε λα βίδα ( η ζωή μανολάκη , όχι αυτό που βιδώνουμε με το κατσαβίδι ) . Και ο γείτονας να πούμε από δίπλα του κράταγε στο τέμπο , βαρώντας την κεφάλα του στη μεσοτοιχία επιδοκιμάζοντας την κιθαροπαιχτική του . Σε κάποια στιγμή ο γείτονας τον επιδοκίμασε φωνάζοντας « Σκάσε ρε μαλάκα να κοιμηθούμε » και η κιθαροπαιχτική σερενάτα έλαβε να πούμε τέλος . Εκείνος βαριότουνε και να ξύσει τα ... ( έλα ρε πούστη μη γίνεσαι χυδαίος ) , έβαλε λίγο ροσόλιο σε ένα ποτηράκι και ονειροπολούσε και κωλοβάραγε παίζοντας την κομπολόγα του μέσα στα σκοτίδια , ενώ βρόχα δεν είχαμε και δεν έπιπτε στρέιτ θρου .
Αίφνης βάρεσε το κουνιστό . Ήτο μια φίλη από τα παλιά στέκια που είχε χρόνια να τηνέ δέι . Ζεσταινότουνε , δεν είχε και αρκοδίσιο είχε να πούμε 40 βαθμοί και στα Πατήσα ήτο πίκρα .Ήθελε να βγει έξω να πάρει τον αέρα της . Καλά μωρή δεν θα πας για δουλειά . Τώρα άρχισε την πίκρα , τι να πάει , τί να κάνει , ούτε ποτά κερνάνε , ούτε πριβέ παίρνουνε , albpanian - pakistani malakes put kolodaxtylo from the first moment and after 10 mins they say they do not have money and they came to see the sow , είπε η μαύρη κου κλουξ κλαν ( δεν ξέρετε ρε μαγκες τί ρατσιστές είναι οι αραπάδες , ούτε η θεία μου η Παρακευούλα που ακόμα λέει τον Ομπάμα ο αράπης ) . Come 10.30 to pick me up του είπε , και έκλεισε το τηλέφωνο , μη αφήνοντας περιθώρια αντιρρήσεων . Και όπως είπαμε παραπάνουθε βρόχα δεν έπιπτε .
Εκείνος έκανε το μπάνιο του , έστρωσε τις ξούρες του έβαλε τα πατσουλιά του , ντύθηκε σα συνταξιούχος τηνέιτζερ , έβγαλε , ένεκα η περίστασις , τη μπέμπα από το γκαράζι και δέκα και τριάκοντα τσιφ ήτο σε απόμερο σημείο της Patission Αβενιού και ανέμενε . Αίφνης πέρασε από μπροστά του μια σοκολατένια ομάς , που πάγαινε να πάρει το λωφορείο για να πάνε στα γραφεία τους , Σωκράτους και πέριξ . Μια τουμπανοκαβλιάρα άτακτη γαζέλα με βύζουλα σαν πεπόνι και κωλάρα σαν καρπούζι που φόραγε φοσφοριζέ μπλε κολάν κοντοστάθηκε , γκιου γκουοντ γκουντ γκαμίσι σιμπούκι μουνί γκωλαρακι , φορτι γιούρος , μπαρτσούτσα γκουιθ μαι φρεντ έιτι αντ λάσμπιαν σόου , είπε μονοκοπανιάς σαν Αρμένης φυστικέμπορας που πουλάει την πραμάτεια του . Sista , την έκοψε εκείνος , πριμένω μια φίλη , είναι μια από σας και θα ίσως πικραθεί άμα σε βρει εδωνανάς . Το πουτανάκι άλλαξε πόντζα , αφού τον κοίταξε εξεταστικά , έσπασε χομόγελο , OK Bros anoda time . Του είπε και όδευσε προς τη στάση μετά της συνοδίας της , την ετέρα παρτουζιάρα και μια άλλη . Απά στην ώρα έσκασε μύτη και το τεμμάχιο ντυμένο στην πένα , οι άλλες οι ξεκωλιάρες αρχίσανε να την πειράζουνε , Ακαμπέμπα ένεεεεεε ουγκουμπούγκο σουλουμουντούμ κουκουμουντούμ , το τεμμάχιο της κοίταξε υπό γωνία και μπήκε στο αμάξι , ενώ οι άτακτες γαζέλες εύχονταν εν χορώ σα χορωδία πορνογκόσπελ « Have a nice time gaaaaaalllllllllll , go sistaaaaaaaaaaa » . Γκιου νεβερ κορρέκτ γκιου νόου έβερυ black bitch ιν Άτενς , του είπε γελαστά και του δωσε ένα φιλί στο μάγουλο . Έβαλε μπροστά , και ξεκινήσανε με τη σκεπή ανοιχτή , γιατί είχε να βρέξει από το Μάρτη .
Εκείνος έκανε τη μεγάλη μαλακία να τη ρωτήσει που θα πάνε , γιατί όλες οι γυναίκες , μικρές , μεγάλες , παρθένες , πουτάνες , άμα τις ρωτήσεις που πάμε μωρό μου σου κάνουνε ένα πρήξιμο ... άσε . Να φαει δεν ήθελε , παραλία δε γούσταρε να πάει , εκεί τις βρώμαγε , αλλού τις ξύνιζε , στο άλλο έχει ερημιά , στο άλλο έχει κόσμο , Εν τέλει , και ενώ εκείνος ήτο έτοιμος να της ντρεσάρει μπάτσα χωροφυλακίστικη να γράψει η κάσα εκατό καπίκια , εκείνη του είπε go Plaka ? Εκείνος για να σταματήσει η λίμα την πήγαινε και στο Λιανοκλάδι για σούβλακος , οπότε έβαλε πορεία για πλάκα . Η ζέστη είχε σπάσει . Λες να βρέξει ? σκέφτηκε . Μπα !
Αφήκανε το αμάξι οδό Μνησικλέους , ζέστη έκανε , εκείνος της είπε να κάτσουνε κάπου , εκείνη κοίταγε βιτρίνες . Ντέι πλέη ώπα ώπα χήαρ , του είπε αίφνης , ενώ μια οσμή ψητούρας του χτύπαγε στη ρουθούνα , με υπόκρουσις μια υποψία πενιάς . Καλά πάμε εδώ της είπε . Μπατ άι γκουίλ νοτ ητ , αη γκουιλ μπη φατ . Καλά μωρή μεζέ παρέα . Αντ γιου γκουιλ νοτ σταρτ ντρινγκινγκ λάικ ντε λαστ τάιμ , γκουέν γιου ντιντ 3 χάουρς να χύσεις . Μνήμη που είχε η πουτάνα . Και κάνανε μπούκα ενώ έξω η ζέστη ήτο φρικτή .
Με το που μπουκάρανε είδανε ένα ζεύγος τουρίστες΄γύρω στα 24- 25 σε ένα τραπέζι , και δυο συνταξιούχους αλανιάρηδες με κιθαρομπούζουκα . Ο ένας κοντός με μουστάκα και κοτσίδα , κλεισμένα τα 72 , γραντζούναγε κιθαρίτσα και ο άλλος τρουμπόφατσας βαψομαλιάς , στεγνός , κλάσεως 1944 , βάραγε μπουζουκάκι . Ο μουστάκιας τραγούδαγε « αι κισ γιου , ον μόντεϊ αντ τιουσδαϊ , γουέντσνταϊ βέρυ γκόυντ » και ο βαψομαλιας του κανε σιγόντο με μια φωνή γιουρούκικη λες και είχε κάνει δύο φόνους προ πέντε λεπτών . Ντεϊ πλέη ντίφερεντ ώπα χήαρ , παρετήρησε η σοκολάτα , αποφασίζοντας να καθίσει στο τραπέζι δίπλα στο ζευγαράκι . Μια ξανθιά ξεπετσιασμένη από εγκαύματα ηλιοθεραπείας , και ένα μελαχροινο με μια βερμούδα όσο με το μέσο της γάμπας και μια κοντομάνικη μπλούζα των Σοξ , από κείνες που μοιάζουνε με γιακέτο . Υπήκοοι του Ομπάμα , α ρε θεία Παρασκευούλα !
Καλώς το λεβέντη με την παρέα του την ωραία , του ριξε ο τρούμπας . Τελικά μάγκες οι αλανιάρηδες γνωρίζονται μεταξύ τους , μυρίζουνται να πούμε ανάμεσό τους . Δεν ξέρω αν έχουνε ραντάρια , σόναρ και λοιπά αργαλεία στο κεφάλι τους , αλλά ενορχηστρώνουνται . Καλά θα περάσουμε σκέφτηκε εκείνος .
Ήρθε ο γκαρσόνης , εκείνη δεν ήθελε να φάει , θα τσίμπαγε να του κάνει παρέα , και ο γκαρσόνης έφυγε με παραγγελία , χόρτα , λουκάνικο και μπριζολίτσα μουσκαρίσα , και μισό κιλό λευκό κουτελίτη χύμα .
Οι αλανιάρηδες παίζανε κάτι μινοράκια . Φτάσανε τα φαγιά , η πουτή είδε τα χόρτα , ρώτησε τί είναι δεν ήθελε να φάει . Δοκίμασες μωρή σακαφιόρα ? Γιατί τα απορρίπτεις ? Εγώ δεν είχα φάει προ ετών που είχαμε πάει στο αφρικάνικο , πρώτη και τελευταία στη ζωή μου μά τον άγιο Κωνστίνο , εκείνα τα σκατά με τα πιπέρια που έπινα μετά γκίνες με την κάνουλα για να σβήσω ? ΟΚ αϊ γουιλ χαβ α σμαλ. Της έβαλε μια μικρή πηρουνιά , Α..... γκουντ είπε ντεϊ χαβ ιν μάι κόντρυ ντις , και προσγείωσε το λοιπό περιεχόμενο της πιατέλας στο της μικρό πιάτο , γκεια μας , του είπε και κατέβασε άλλη μια ποτήρα μονοκοπανιάς . Έτσι είναι μωρό μου τα φασόλια και τα χόρτα τα κανε ο θεούλης να γίνουνται παντού να τρώει η φτωχολογιά .
Οι βαρύμαγκες παίζανε κάτι ελαφρά σέρβικα και συρτάκια , ενώ εκείνος χειρούργησε το λοκάνικο και έκοψε το μπιζολικό . Λετς χαβ σομ γουάιν είπε εκείνη . Και προσγειώθηκε το δεύτερο μισόκιλο . Στο καρπούζι και ενώ οι γεροντόμαγκες βαράγανε κάτι ζεμπακάκια εκείνος τους έστειλε πιοτά . Οι μπερκετόμαγκες ευχαριστήσανε και ρουφήξανε τις ουισκέλες τις νεροποτηράτες σα νεροφίδες . Γκεια μας τους , έκανε η σοκολάτα υψώνοντας το ποτήρι χαμογελαστή . Ώπα είπε και η Αμερικάνα που ξύπναγε .
Γουστάρετε κανά βαρύ εσύ και η κοπελίτσα να κάνετε κεφάκι τώρα που είμαστε μόνοι μας , ερώτησε ο μουστάκιας ? Οι αμερικάνοι δε μετράγανε , μάλλον θα χανε πλερώσει . Ακούμε , τους είπε εκείνος . Εκείνοι αρχίσανε να βαράνε κάτι βαρέων βαρών αλανιάρικα και χασικλίδικα , για λουλάδες , καλάμια , αργελέδες μαχαιρώματα , μπιστόλίσματα και άλλα τέτοια ρομαντικά . Αλλαξε το παίξιμο και από κει που παίζανε ντράγκα ντρούγκα παραράμ , άρχισε να ακούγεται ογκώδης η κιθάρα και να κλαίει το μπουζουκάκι . Ντις ιζ ντε ουάν γιου σινγκ του είπε εκείνη , ντατ φορ δη ντρογκς , ενώ οι γεροντόμαγκες βαράγανε τα μουρμούρικα . Τα χει μάθει , όλα η πουτάνα , λες και έχει γεννηθεί στο Μπύθουλα . Σινγκ του είπε , και διέταξε το τρίτο μισόκιλο . Μωρή έχουμε και αλλοδαπούς και θα γενούμε ρόμπα ιντερνάσιοναλ . Σινγκ ρε , τον παρότρυνε η σοκολάτα . Σίνγκ του είπανε και οι αμερικάνοι . Πάμε ρε παιδιά το πρωί πρωί με τη δροσούλα , το χουμε . Εύκολα , είπε χαμογελαστά ο μουστάκιας , θα το πεις εσύ για τα παιδιά ? Ναι μωρέ ! ... Όμορφα ... σχολίασε , και του έδωσε τόνο σε σι μπεμόλ .
Άνω κατω χτες τα κάνανε στου σιδέρη τον παλιό τεκέ , άρχισε εκείνος . Ώπα , είπε η σοκολάτα βαρόντας παλαμάκια . Πρωί πρωί με τη δροσούλα , απάνω στη γλυκειά μαστούρα . Χουώτ α νάις σονγκ είπε ο οπαδός των Σοξ . Εστήσανε καβγά δυο μάγκες , για να κάνουν ματσαράνγκες . Χουώτ α ρομάντικ σονγκ σχολίασε λιγωμένη η αμερικάνα . Πολύ κάψιμο ρε αγόρια , σαν το λείψανο του Άγιου Διονύση - βοήθειά μας .
Κουτσά στραβά τόπανε , λέγανε στα γυρίσματα μετά το μπουζουκάκι και κάτι ομορφιές για κοψίματα , άλα , ίσα , ώπα , είπα ( εδώ η σοκολάτα άκουσε πίπα και του πε να μη λέει παλιόλογα ) , γιου γκατ νάις βόις συμφωνήσανε οι ξενόγλωσσοι . Είδες τί κάνει το κρασάκι ? Γκίβ μη α τουέντυ , του είπε η σοκολάτα , άι γουάντ του τιπ παπού , με εκείνη την ωραία διάθεση που έχουνε τα πλάσματα της νύχτας όταν το ένα θέλει να φχαριστήσει το άλλο . Σούρ , τη ρώτησε εκείνος . Έλα ρε , Νόμποντυ πλαης γκουντ uncool , γουιθ νο ντρινγκ αντ νο μονεϊ Όλα τα μαθε η καριόλα . Στο τσεπάκι του ποκαμίσου μωρή . Άι νο , του άπήντησε σε τόνο αυστηρό . Το κοριτσάκι λεει να σου παίξουμε να χορέψεις . Του είπε ο μουστάκιας . Θες ένα απτάλικο ? Και άρχισε να παίζει εκείνο το κάντονε Σταύρο κάντονε , εκείνος σηκώθηκε και άρχισε να φέρνει τι βόλτα ήσυχα , στο ρυθμό χωρίς φιγούρα , μόνο καμιά στροφή . Χτύπα το ρε ζημιάρη προέτρεψε ο τρούμπας , και εκείνος κατά το παραδοσιακό άρχισε να βαράει τα τακούνια στο ξύλινο πάτωμα μετρώντας τα όγδοα .
Αλανιααααααααααααααρηηηηηηη , σχολίασε επιδοκιμαστικά ο μουστάκιας . Τέλειωσε ο χορός προσγειώθηκε και ένα μισόκιλο κόρτεζι από το κατάστημα .
Γούαϊ χη καλντ γιου κλανιάρη , ρώτησε η σοκολάτα . Αυτός προσπάθησε σε αγγλομπινί να της κάνει μπρίφινγκ το μόρτικο , τι εστί αλάνα , η κότα η αλανιάρα που τριγυρνά και τσιμπάει . Εκείνοι τον ήκουε μετά προσοχής . Εκείνος τέλειωσε , εκείνη έπαθε διάλειψη . Μετά χαμογέλασε και του είπε συτυχισμένη , δεν άι αμ νοτ μποτάνα , άι αμ αλανιάρα . Έχει αντίληψη στα μόρτικα δεν μπορείς να πεις .
Ο αμερικάνος ξύπνησε , και ζήτησε από τον μουστάκια να παίξει κάτι ραμάντικ . Ευτυχώς γιατ΄λι κοντεύαμε να γενούμε τσάμπα μάγκες , και να στρώσουμε κεφάλα χωρίς να τομυρίσουμε , μόνο από τα τραγούδια . Δεν ξέρουμε ευρωπαϊκά , είπε ο μουστάκιας , προφανώς ψέμματα .
Η σοκολάτα , που την είχε πάρει γραμμή , του είπε να πάρει αυτός την κιθάρα . Μαζέψου μωρή ζουρλή σοβαροι αθρώποι θα παίζουμε το ζητιανόξυλο στα κουτούκια . Ελα πληηηηηζ . Θα παίξεις ρε άρχοντα να φάμε και εμείς να έρθουμε που είμαστε εδώ από τις 7 και έχει πιάσει φωτιά ο κώλος μας ? Ρώτησε ο μουστάκιας , δίνοντας του την κιθάρα . Χη πλαίηζ βέρυ νάις πληροφόρησε τους αμερικάνους η έτσι χαμογελαστά . Λέγοντας του στο αυτί , μπατ γιου γουιλ νοτ σετ παρτούζα ορ σουίνγκινγκ σουαπ μαλακίες γκουιθ ντα κιντς ντέι αρ ιν λοβ .
Εκείνος σε ρε το μπάσο , και άρχισε με ρε ματζόρε , φα σολ λα σολ φα μι το άλγουαίης ιν μάι μάιντ . Τους το παιξε σόλο , το είπε κι όλας , έκανε και τα πουτανίστικα τα καταβάσματα με τα αρπίσματα . Οι αμερικάνοι γουστάρανε . Χη ις λάι γουίλι νέλσον , είπε η αμερικάνα . Της θειας σου το μπουγαδοκόφινο μωρή ξεκωλιάρα που θα μου πεις ότι είμαι σαν τον κωλογέροντα , σκέφτηκε εκείνος . Θένκιου , είπε . Φίνα είπανε οι αλανιάρηδες που είχανε στρωθεί σε κάτι πιατάρες σαν την Πλαταία Ομονοίας με γύρο , κρόμμυα , πατάτες και πιτόνια και κολατσίζανε. Γιου νο σπανις ; ρώτησε ο αμερικάνος . Χη νοους το σινγκ ντο το σπηκ , τον έδωσε στεγνά η σοκολάτα . Μαζέψου μωρή Κάστρου φιδοφάγα και έχω γίνει στην πένα , θα αρχίσω να φαλτσάρω και θα γίνω ρεζίλι και στο Νέο Κόσμο . Μέτρο ? Ρώτησε εκείνη . Ελα ρε , πλαίη μπιστολέρο . Και τους έπαιξε το Desperado . Εκείνη την στιγμή γύρισε και του είπε αποφασιστικά , Ουάν μορ αντ γουή γκο , θελω γκαμίσω , του είπε στο αυτί .
Τους είπε το μαλαγκένια σαλερόσσα . Η αμερικάνα έλιωσε πλερώκανε , φιληθηκανε η πουτή και η αμερικάνα . Χάρυ , του είπε όταν μπηκανε στο αμάξι . Πήγανε στον Πρίαμο . Tognight , you will not sleep του είπε καθώς έκλεινε την πόρτα ξεκουμπώνοντας το παντελόνι της αφήνοντας ελεύθερη την κωλάρα της . Τonight , θα σε γκαμήσω untill the morning .
22 Αυγ 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)