1 Ιουλ 2010

Αποσπάσματα από Έρωτες Βρόχα πάρτυ 2 Επεισόδιον 2ον

Καλό  μήνα
Λέντις  αντ  Τσέντερμεν
Μπόυς  αντ  γκιρλς
( αντ στράκια )


Ήτο  η  επόμενη  νυξ . Νυξ  νυχτωμένη  και  σκότεινη . Είχε  επιστρέψει  από  το Μικρολίμανο  που  είχε  φάει  κάτι  σκαθάρια , ψαρόσουπα , χταπόδια , ούζα , σαλάτες , κροκέτες και τέτοια  σκατά , και απορούσε  γιατί ενώ  είχε  φάει μόνο frutti  di mare είχε  δυσπεψία  , αναγούλες  και  καούρες . Ήπιε  μια  σοδίτσα  , αλλά  αποτέλεσμα  μεδέν . Άνοιξε  την  κατάψυξη , έβγαλε  ένα  Jaegermaister , έβγαλε  και  ένα παγωμένο σφηνάκι . Κάπως  αρχισε  να  ξαλαφρώνει . Άνοιξε  τον  κλιματισμό  κάθισε  στην  καναπεδάρα  τη  δερμάτινη  δίπλα  στη  βιβλιοθήκη  και  έβαλε  το  σι ντι  να  παίζει  και  στρώθηκε  να  τελειώσει  το  επεισόδιο  από  τα  απομνημονεύματά  του  , μια  νύχτα  μοναχική  γεμάτη  υγρασία   καλοκαιριάτικη  που  κολλαγε  πάνω  σου  σα  μαλαφράτζα  , διότι  μολις  είχε  σταματήσει  η  Βρόχα  να  πίπτει  Ράιτ  θρου .

( Αυτό  το βαλε  στο  τσι ντι  ανοίχτε  το να  το ακούτε  όσο διαβάζετε)

Εκείνος   βρισκόταν  εντός  του  κωλάδικου , καθισμένος  επί  του  καναπέος , του  χανε  φέρει και  ένα  βουίσκι  , φημισμένη  περδικούλα , κάτι  φυστίκια προπολεμικά , του  χανε  ευκηθεί  και  καλά να  περάσει  και  τον  αφήκανε  μόνο  του  να  βλέπει  τις  ξεγράκωτες  στο  σουλήνα  , να  καπνίζει  τα  τσιγαράκια  του  και  να  παίζει  την κομπολόγα  του . Ενώ  όξω  η  βρόχα  έπιπτε  ίσως  και  λίγο  σαν  να  κατουρεί πόντικας  ίσως  και στρέιτ  θρου .
Γυρνάγανε  γύρω  γύρω  οι τρύπερς , άλλη  με το στρινγκ  , άλλη  με  φόρεμα διάφανο  να  φαίνουνται  όλα  από  μέσα , άλλες  με  σόρτς , άλλες  με  φουστάνι  μίνι  σηκωμένο  να  φαίνεται  η  κωλάρα , ωραία  πράματα , έγινε  και  ένα  λάιβ  σόου , αλλά  υπήρχε  μια  γενική μπαζοκατάσταση , και  μια  μιζέρια  , όλες  στο μπίρι μπίρι  και  στη  ζήτα  για  κανα  πουτό , για  κανά  χουρό , για  κανα  καλό  πριβε  , απάνου  στο  πατάρι  κουρτινάτο , ή  ανλτητικό  κατά  τις  προθέσεις  και  το βαλάντιο  του  πελάτου  και  την όρεξη  της  πουτής . Ενώ  μέσα  στο κωλάδικο  ακόμα  στεγνοί ήμαστα , γιατί  έξω  όλο  και  ή  βρόχα  έπιπτε  ράιτ  θρου .
Εκείνος  ήπιε  και  ένα  δεύτερο  βουίσκυ , με πάγο  και  σοδίτσα , ενώ  αρχίσανε  από  το  τραπέζι  του  να  περνάνε  διάφορες , μια  χοντρή  με  ένα  μακρύ  φόρεμα , που  έκατσε  στο  πόδι του , και  ευτυχώς  που  όταν  ήτανε  μικρός  έπαιζε  ποδόσφαιρο  γιατί  αλλιώς  θα  του  το'χε  ξεράνει , μια  ψηλιά  αδύνατη , περασμένη  με  κακιωμένη  φάτσα  μαύρο πουκαμισάκι  και στρίγκ  με  σουβλερή  μύτη . Η  τελευταία  προσεβλήθη που  δεν τη  θυμότανε  και  του  πε  ότι  θα  του  κάνει  και  ένα  πριβέ  αξέχαστο , αλλά  εκείνος  που  θυμότανε  καλύτερα  της  απήντησε ότι  προ  έτους , όταν  δούλευε  στο Βατραχονήσι , έλεγε  ότι  δεν  φτιάχνει  φραπέδες καλαμωτούς  και μπριζολίτσες  και  δεν βγαίνει  ραντεβουδάκια  εξωτερικά  , οπότε  φέρνει ο καιρός  τα  λάχανα  φέρνει  και τα  παραπούλια . Έφυγε  η  ψηλιά  και ήρθε  μια  γριά  , η  οποία  μάλλον  ήταν  η  χιουμοριστική  ατραξιόν  του  καταστήματος  γιατί  και  περισσότερες  κόκες  από τον Τονυ  Μοντάνα  να  χες  κατεβάσει , και πάλι αυτή  για  κωλομπαρού  δεν την περνούσες . Και  αυτά  γίνονταν  ενώ  η  πότρα  άνοιξε  να  μπεί μια  παρέα , και  μπήκε  μέσα  η  μυρωδιά  της  βρόχας  που  έπιπτε  ράιτ  θρου .
Μετά  πέρασε  μια  ξανθιά  με  ένα  λαχανί  φουστάκι και  και  τοπ  και  τουπε  να  τον ανεβάσει  στην  κουρτίνα  , αλλά  μύριζε  ο στόμας  της . Κατόπιν  πέρασε  και  μια  κοντή  μελαχροινή  σαν  στέκα  λεπτή  και  τι  να  κάνεις  με  δαύτη . Και  μετά  μια  αραπίνα  χαμογελαστή  , ζουμπουρλού  και  τούμπανο , που  αφού  τον  πλάκωσε  στις  γρήγορες  με  το  τσαντικό  της  του  πε  σε  πολύ  καλά  ελληνικά  γελώντας  « Έλα  να  σου  κάνω  μπριβέ  να σου  γκλυψω  μπουλάκι  να  συσεις » . Και  ενώ  πήγαινε  να  γίνει  αρχή  διαπραγματεύσεων  , της  την έπεσε  ένας  γκαρσόνις  και  την  πήγε στην παρέα  που  είχε  μπει  μόλις , και  τσουπ  εκείνη  ανέβηκε  με  ένα  τύπο  απάνου , προφανώς  γιατί   τη  ζήτησε  από το σερβιτόρο  να  του  τη  στείλει  να  του  γλύψει το πουλάκι  του , ενώ  η  βρόχα  δεν θα  χε  κόψει  ακόμα  και  θα  έπιπτε  στρέιτ  θρου .
Με  τα  πολλά  και  εκεί  που  ετοιμαζόμαστε  να  δώκουμε  παράγγελμα  άπαρσις , πλησιάζει  μια  έτσι  με  μια  μαλούρα  φουντωτή  , γύρω  στο 1.97  με  τον τάκο , μάυρη  κι άραχλη  σαν πίσσα , με  ωραίο δέρμα , λεπτή  και  αρωτά « να  κάτσω» . Και  δεν κάθεσαι της  απήντησε  εκείνος  , και άρχισε  να  απλώνει , διότι φόραγε  και  ένα  στριγκ  απειροελάχιστο , και  σε  ωθούσε  στην  απλωτική . Και  εκεί  που  εκείνος  της  είχε  γραπώσει  το  δεξί κωλομέρι  , εκείνη   αρχίζει  κάτι μυστήριες  εξηγήσεις , για  πριβέδες , για  χορούς  , για  ποτά . Και  του  είπε να  μη  της βάνει  χέρι  άμα  δεν κερνάει  ποτό  και τέτοια . Τώρα  εκείνος  δεν θελγόταν  από   τα  μυστήρια  από τότενες  που  ήντουνε  πιτσιρής  και  διάβαζε τη  μάσκα  στο  υπόγειο  για να μη  τονε  κάνει  ίσαμε  δυο  αλόγατα με  τη  λουρίδα   ο ντάντυς  του  κάτι νύχτες  χειμωνίατικες , όταν η  βρόχα  έπιπτε  ράιτ  θρου .
Η  συνέχεια  στο  επόμενο