9 Σεπ 2009

O Πουρούλης γράφει και ο Θρούλης Σχολιάζει

 

Είμαι  ο  Αντρέας . Ο Πουρούλης , πολύ  συχνά  σας  μιλά  για  μένα  και  τις  περιπέτειές  μας . Σήμερα  όμως  θα  σας  διηγηθώ  ότι συνέβη  προχτές  το  βράδυ .

Ο Πουρούλης  , λοιπόν, μας είχε  καλεσμένους  εμένα  και το Θρούλη  στην  Έπαυλή  του  στα  Βόρεια Προάστεια . Το Φιλιππίνι  του  Πουρούλι , η Κρύσταλ  μας  άνοιξε  την  πόρτα και  μας  οδήγησε  στο  Σπουδαστήριο του  Πουρούλη . Ο Θρούλης  έκανε  διάφορα  σχόλια  για  το πως  πετά  τα  χρήματά  του ο θείος , επενδύοντας  τους  τοίχους  με  μπουαζερί και  παλαιές  λιθογραφίες . Στο σπουδαστήριό  του , όπου ευρίσκεται και η  βιβλιοθήκη  του  ο Πουρούλης  μας  υπεδέχθη  φιλοφρόνως  . Μας  ζήτησε  να  περιμένουμε  επ΄ολίγον προ  της  παραθέσεως  του  δείπνου  προκειμένου  να  τελειώσει  το κείμενο  άλλης  μιας  αναρτήσεως  για  το μπλογκ  του .

Μας  ζήτησε  συγγνώμη  , αφού  μας  παρεκάλεσε  να  πάρουμε  ένα  απεριτίφ  και  να  τον περιμένουμε

« Μάστορα , εγώ  κοτό  και πράσινη  χωρίς  ποτήρι , το απεριτίφ  να  το  φάει ο Αντρέας »

H  Κρύσταλ , η  φιλιππινέζα , η  οποία  τρέφει ιδιαίτερη  αδυναμία  στο Θρούλη , ο οποίος  είναι πάντα  καλός  και ευγενικός  μαζί  της  , του  έφερε  με  ένα  τεράστιο  αινιγματικό  χαμόγελο ένα  κοτομπίφτεκο  ιδικής  της  παρασκευής , και μια  πράσινη  ( σε  μικρή σαμπανιέρα ) , εμένα  μου  πέταξε  μπροστά  μου  ένα  κρυστάλλινο ποτήρι , με  πάγο , και ένα μπωλ  με  φιστίκια  , ενώ  απίθωσε  μπροστάμου , βροντώντας το και ένα μπουκάλι   ουίσκυ . ( Αχ  φαίνονται  ποιοι είναι  οι  άνθρωποι  της  κυβερνήσεως … ! )

« Φίλοι  μου  » , μας  ανεκοίνωσε  σε  κάποια  στιγμή  ο πουρούλης , «τελείωσα  μόλις  ένα  επικό κείμενο  που  θα  περιγράφει  την  ατέλειωτη  καψούρα  μου  για  τη  σκορδόπιστη  πουτή  μου  και θα  σας  το διαβάσω ! »

«Τόρα  τρόμε »  δήλωσε  ο Θρούλης  . Αλλά  ο Πουρός ήτο ανένδοτος  . Πήρε  βαθειά  ανάσα  και ξεκίνησε , υπό  την  υπόκρουση  της  οδοντοστοιχία  του  Θρούλη . Και  μέσα  στο σκοτεινό  δωμάτιο , όπου  το μόνο  φως  ήταν  το  λαμπατέρ  πάνω  στο  γραφείο του θειου , άρχισε  η  ανάγνωση

« Χμ … Χμ… ( καθάρισε  το λαιμό του ) … Τίτλος : σε  αναζητώ  όταν  έρχεται  το βράδυ »

« Πάλι  θα  κόψουμε  φλέβες »  μου  είπε  σιγανά  ο Θρούλης . Ενώ  εγώ  αποφάσισα  , να  καταγράφω  τα  σχόλιά  του  στο μυαλό  μου και  τα  μεταφέρω  εδώ  με  την ορθογραφία (ανορθογραφία , το ορθόν ) με την οποία  φαντάζομαι ότι ο Θρούλης  θα  τα  έγραφε !

« Σ'αναζητώ όταν έρχεται το βράδυ » άρχισε  ο Πουρός 

« λαθοσ ορα καλιτερα προι κατα τισ 9 μετα το καθιμερινο φορτο »  μουρμούρισε  ελαφρά  μπουκωμένος  ο ο Θρούλης


«Έρχεται πάλι το βράδυ.»  Ανάγνωσε  μεγαλοφώνως  , αλλά  περιπαθώς  ο Πουρούλης 

« Κε δε μπορο να χεσο»  προσέθεσε  ο Θρούλης  ρουφώντας  λίγη  πράσινη
« Κι όπως πέφτει η νύχτα » Εδώ  ο Πουρούλης  έκανε  παυση  για  να  δώση  έμφαση  στη  φράση  που  ακολουθούσε

Δίνοντας  την ευκαιρία  στο Θρούλη  να  προσθέσει « το τζονι γοκερ φεβγι» , ρίχνοντας  μια  ματιά  στο  μισοάδειο μπουκάλι  , επάνω  στο γραφείο  του θείου .

«έρχεται η επιθυμία να σε δω»  πρόφερε  ο Πουρούλης  με  έναν  αδιόρατο λυγμό  .

«να κλασο δε μπορο »  μουρμούρισε  ο Θρούλης , « έτσι έπρεπε  να  το γραψι κυρ – Αντρέα  μου ! »
Κατόπιν  η φωνή  του  πουρού  ακούστηκε « Κι ας ξέρω πως είσαι μακρυά … »

«γιατι τον τροσ απο μικρα …»  προέσεθεσε  ο Θρούλης  με  ομοιοκαταληξία !

«Κι ας ξέρω πως έχεις φύγει » Προχώρησε  ακάθεκτος  ο  Πουρούλης

« το τσουξιμο το κτεσινο » μου  σιγοψυθίρισε  κοιτώντας  με  με   νόημα  ο Θρούλης .

Ο πουρούλης  μας  λοξοκοίταξε  ελαφρά , αλλά  συνέχισε  την ανάγνωση « Κι ας εύχομαι να μη ξαναγυρισεις ποτέ ξανά πίσω »

«γιατι θα σ επαρο απο πισο,ο λουκουμος μεγαλοσε προσθετικι στιν ελβετια » ,  Σχολίασε  ο Θρούλης  λούζοντας  με  κέτσαπ  τα  απομεινάρια  του  κοτομπίφτεκου , τα  οποία  και κατέβασε  με  μια  τεράσται χαψιά .


Το επακολουθήσαν  ρέψιμο , έκανε  τον πουρούλη  να  κοιτάξει  τον Θρούλη  με  μια  ελαφρως  επιτιμητική ματιά , αλλά  δεν τον πτόησε  από το να  εξακολουθήσει   «Όμως και πάλι όταν θα βγω κάτι δικό σου δώρο θα κρατώ»

«μονο νανε φρεσκο κε καλο στο θρουλι να το δοκο» συμπλήρωσε  ο Θρούλης  ουδόλως  πτοημένος , από  την επιτιμητική  ματιά .


« Κάποιο από τα ρουχα που σου άρεσαν θα φορώ» πρόφερε  ο πουρούλης , χαμηλόωνοντας  βαθμιαία  τη φωνή  του

«κεροσ να καμο διετα να βαλο κε το στρικ σου»  είπε  σιγανά κάτω  από τα  μουστάκια  του  ο Θρούλης, και χωρίς  να  αισθάνεται τη δραματικότητα  της φράσης ,  κάνοντας  νόημα  στην Κρύσταλ  να  του  κάνει  επανάληψη σε  κοτό και πράσινες . 


Ο θείος  , μετά την τόσο μεγάλη  εισαγωγή , μπήκε  εν τέλει στο ψητό  , αποκαλύπτοντας  το νόημα  της  ανάρτησης  «Και θα περάσω έξω από το μαγαζί που δούλευες … »

«Εσένα  κε μιριαδεσ τοσουσ αλουσ » σχολίασε , μάλλον προσφυώς  ο Θρούλης , φιλώντας  στο μέτωπο  την  Κρύσταλ που  του  έφερε  άλλο ένα  κοτό  και 2  μπυρίτσες , πάλι στην ασημένια σαμπανιέρα .  
Αγνοώντας  τις  διαχύσεις  τις  φιλιπινέζας  και του  Θρούλη , ο Πουρός  συνέχισε  με  σπαραξικάρδιο τόνο «Και θα θυμηθώ»

«το θυμα να κερασο,που μου ταλεγε κε τον εκροζα εγο ο διθεν ο ξερολασ »  Είπε  χαμογελαστός ο Θρούλης  νιώθοντας  το χεράκι της  Κρύσταλ να  χαϊδευει  την  καράφλα  του , καθώς  περιποιόταν  το  κοτομπίφτεκο με  έξτρα  μουστάρδα , μαγιονέζα και κέτσαπ .  

Η  φωνή  του  Πουρούλη  έκανε  κρεσέντο «Εσένα . Έτοιμη να με ανεβάσεις στον παράδεισο και να με ρίξεις στην κόλαση»

«μεφιστο μπαη δαντισ δε μπεστ» είπε  ο Θρούλης  στην κρύσταλ που  έσκασε  ένα  τυπικό ασιατικό στιγμιαίο χασκόγελο

Τη  στιγμή  που   δαγκώνοντας  το κοτομπίφτεκο , ο θρούλης  με  το αριστερό  του  χέρι  άρχισε  να  θωπεύει  το μπουτάκι  της  φιλιπινέζας  διάλεξε  ο Πουρούλης  για  να  κορυφώσει  την ένταση  του  κειμένου  του  , απαγγέλωντας  με  οίστρο «Αλλά δεν θα ξαναπατήσω μέσα»

«τα ποδια μουνε βρομικα,στο 3χ χοτελ θα σε καλο,κε τοτεσ θα χισο μεσα» βόγγηξε  ευτυχισμένος  ο Θρούλης  , αφού  πλέον η  φιλιπινέζα  τον τάιζε  στοργικά  για  να  του  δώσει την ευκαιρία  να  έχει δύο  χέρια  ελεύθερα  να  την πασπατεύει .

«Όχι διότι έμαθα »βρόντηξε  ο Πουρός  σαν τα  κανόνια  του  Λυκαβηττού

«σαν αλοσ μεταξας ο φταστεροσ πουνε κια ακριβοσ να λεο φορτΟΧΙ » μπουμπουνισε ο θρούλης  πίνοντας  μια  γερή  τζούρα  από την πράσινη , θωπεύοντας  το χεράκι  της  Κρύσταλ

«Όχι διότι κάνανε αυτά που κάνανε στο μωρό μου ! Ε ταθελε και ο κωλος του μωρού μου »Μας  κοίταξε  με  δήθεν πονηρό  βλέμμα  ο Πουρός

«να βανι ταλκ κε φισαν μι σαγκαη» , είπε  ο Θρούλης  , ενώ  το χέρι  του  ανηφόριζε  τρυφερά  , μέσα  από  τη  φούστα  της  υπήρέτριας »

Το  χασκόγελο  που  ακούστηκε  από την υπηρεσία , δεν  απέτρεψε  τον θείο  να  διαβάσει  και άλλη  μια  περίοδο  του  κειμένου  του « Δεν ήταν ούτε παρθενίτσα , ούτε πρωτάρα»

« μελανοσ τριετισ με εκινισι κε εξαρα δρασκελια» Είπε  ο θρούλης  εμφανώς  ευχαριστημένος  που  τελείωσε  το κοτό του  , και  άρχισε  να  πίνει  την  μπυρίτσα  του , ενώ  τα  χάδια  της  φιλιπινέζας  στην  καραφλίτσα  του  άρχισαν να  γίνονται πιο τρυφερά .


«Δεν θα ξαναπατήσω διότι σιχάθηκα» Είπε  ο Πουρός , με  απαγγελία  του  Κώστα  Πρέκα  σε  τηλεοπτικό πάνελ .

«το θρουλι να μιριζο» έριξε  την τρομπονιά  ο Θρούλης  , ενώ  η  Κρύσταλ  ξελιγώθηκε ! ( Καλά  αυτή  νόμιζα  ότι δεν καταλαβαίνει γρυ ελληνικά )


« Την ξέρω αυτή την πτυχή της νύχτας » απήγγειλε ο Πουρούλης  με  παύσεις  ανάμεσα  στις  λέξεις  για  να  δώσει έμφαση στα  λεγόμενά  του !

« ανισοκλινισ επι κλινης τρεμαμενισ τα παντα φρι αντι ευρι »  , κόλλησε  ο Θρούλης  κοιτάζοντας  το φιλιπίνι ασκαρδαμυκτί  με  τα  βοϊδόματά  του .

« Τη βρώμικη την ελεεινή » Συνέχισε  ο Πουρός .

«για ενα ποκαμισο αδιανο » , είπε  ο Θρούλης  με  φωνή  που  εμιμείτο  τον  Ξανθόπουλο , όταν βγάζει φιλιππικούς  σε  δακρύβρεκτα  μελό

«Αλλά δεν το περίμενα ότι θα την έβρισκα μπροστά μου » , εξακολούθησε  ο Πουρούλης , συγκινημένος , σε  έκσταση , μη  παρατηρώντας  τι γινόταν  γύρω  του .

«φτιχοσ που δε ινε απο πισο»  σιγοντάρησε  με  σότο βότσε  ο θρούλης , ενώ , πλεον ,  εξερευνούσε  με  το αριστερό του χέρι τα  οπίσθια  της  λιγωμένης  ασιάτισσας .

Και  ενώ  ο Θρούλης , με  το δεξί χέρι  που  κρατούσε  την πράσινη , ένευσε  στον Πουρό στην υγειά  σου , ο Πουρούλης  ανταποδίδοντας  με  κλίση  της  κεφαλής  το νεύμα , προσέθεσε   « Αλλά ήρθε η γαμημένη η πραγματικότητα και μου τα φερε φόρα παρτίδα »  .

« που αγνοης σα τι χαμενι πατριδα »  είπε  ο Θρούλης  μυκτηρίζοντας  τον θείο , εκμεταλλευόμενος  μια  παύση  της  αναγνώσεως  για  να  τραβήξει ο Πουρός  μια  γερή  γουλιά  από  το ποτήρι  του .


Με  τη  γεύση  από  το σπίρτο  στο  στόμα  και ξαναγεμίζοντας  το ποτήρι του , μέχρι τα  χείλια ,  ο Πουρούλης  πρόσθεσε «Πάντως μωρό μου σε νοσταλγώ και ας περάσανε κοντά 9 μήνες από τότε που σμίξαμε για τελευταία φορά»

«κε εμινα εγκιοσ κε περμενο να γενισο με κεσαρικι σαν αλι κλεοπατρα » άκουσα  το θρούλη  να  γελά  υποχθόνια , ενώ  έψαχνα  στο ημίφως  το μπωλ  με  τα  φυστίκια  μου , που  είχε  εξαφανισθεί .

Και  ενώ  έψαχνα  το  μπολ με  τα  φιστίκια  άκουσα  το θείο να  λέει λιώνοντας «Νοσταλγώ το γέλιο σου»

«που ριξε πισο απο τι πλατι σου,ισ ιγια του πουροεροτα» είπε  ο Θρούλης  χασκαμπουρίζοντας , και ένα  θραύσμα  από φυστίκι , έφυγε  από το μπουκωμένο στόμα  του  και  κόλλησε  στη  μύτη  μου .

Ως  άλλος  Ιερεμίας ο  πουρούλης εξακολούθησε  το θρήνο για  τη  χαμένη  του  αγάπη « Νοσταλγώ τη η ματιά σου την πονηρή . Το χάδι σου . Τη φωτιά σου.Την αγκαλιά σου τη γεμάτη φλόγα »

«να κιριε σεμνε κε ταπιανε προτιπουργε,πια ξενι διναμι προκαλεσε τον εμπρυρισμο του πρασινου φορτο,να βανο φπα 69 τα κατο,να σοθι η κονομια»  , μου  σιγομίλησε χαμογελαστά  ο Θρούλης  , καθώς  παρατηρούσα  ότι η  πονηρή  ασιάτισσα μου  είχε  βουτήξει  το μπολ  με  τα  φιστίκια , με  τα  οποία  τάιζε  το Θρούλη  ενόσω αυτός  την  πασπάτευε .  


Ευρισκόμενος  στη  δική  του  στρατόσφαιρα , ολίγον γλυκερά  , αλλά  γεμάτος  πάθος  ο Πουρούλης  βόγγηξε « Θα θελα να σε είχα κοντά μου να σε χαϊδέψω και να σε κλείσω στην αγκαλιά μου . Όπως τότε που για λίγες ώρες σταματούσαν τα πάντα »

«ιμεθα αντιθετι στις στασις εργασιασ,κες ιπερ τον στασεον μετρο...4Χ4 ! »  άκουσα  το θρούλη  να  σχολιάζει χάσκωντας  πλέον εμφανέστατα .
Την ίδια  στιγμή  ο Θείος  επανήλθε  στην πικρή  γι αυτόν πραγματικότητα « Δεν σε έχω όμως κοντά μου»

«κε το πορτοφολι μου θελι δαγκομα γερο» Είπε  θρούλης  ενώ  δεχόταν  πλέον  θωπείες  στην περιοχή  του  μονόποντου , από την  υπηρεσία  η  οποία  ανταπέδιδε  την τρυφερότητα .

«Ξεκινάω» Είπε  ο Θείος , με  ύφος  ατρόμητου  εξερευνητή !

«τουτ τουτ!!!!!!! »  Έκανε  ο Θρούλης  μιμούμενος  το κλάξον του  οχήματός  του

Το  σπίρτο  μου έπεφτε  βαρύ , βούτηξα  το μπολ  με  τα  φιστίκια , για  να  μην πίνω  ξεροσφύρι , ενώ  στα  αυτιά  μου  αντήχησε  η  αισθαντική  φράση  του  πουρούλη «Ξεκινάω να βρω αυτή που θα σου μοιάζει»

«ολε ιδιε ιεν η μιροδια αλαζι» . Είπε  ο θρούλης , σαν  κρητικός  ρημαδόρος  , αποδομώντας  το πάθος  του  θείου . 


Κοιτώντας  με  αυστηρά , το  φιλιπίνι  μου  πήρε  το μπολ , για  να  μπουκώνει το θρούλη που  της  έβαζε  χέρι ,  ενω  ο Πουρός  , αναστενάζε   «Ξεκινάω να βρω αυτή που το χάδι της θα είναι σαν το δικό σου »

«χερακι μπουτακι κε φιλι στο μετοπο ,τοσα εχισ βρισ μα κανενα δε βρομα ψαριλα σα κιαφτι»  Είπε  μελιστάλαχτα  στο φιλιπίνι ο Θρούλης , εντείνοντας  το πασπάτεμα .


«Δεν θα τη βρω » Γόγγυξε  σπαραξικάρδια  ο θείος .

«προσελαβε σπρινκερ σπανιελ αμερικανικο,δοκιμασμενο απο τι κλαν εμ εγκιιμενο αποτελεσμα»  ρεύτηκε  διακριτικά  ο Θρούλης .

«Αλλά ψάχνω» Είπε  ο Πουρός , με τη  φωνή  ενός  Οιδίποδα  επί Κολωνώ

«ο σοκρατισ κιο βριπιδισ εκι που σιναντοντε θα σου βρουν πολα διπλα στα μιριστικα»  είπε  ανυπομονώντας  ο Θρούλης  ο οποίος  είχε  τελειώσει  το  φαγητό , το ποτό και τα  ξηροκάρπια . 

«Για πόσο ? »  ακούστηκε  η  πνιχτή  φωνή  του  πουρούλη  μέσα  από  τα  τρίσβαθα  της  ψυχής  του !

« Για ποσα ? » διόρθωσε  ο θρούλης  που  το βροντερό γέλιο  του  μέσα  από τα  φύλλα  της  καρδιάς  του  τάραξε  την ησυχία »


« Δεν ξέρω ακόμα » Έγρουξε σαν  πληγωμένο  ελάφι  ο Πουρός  , προσπαθώντας  να  σκεπάσει το γέλιο του  θρούλη

« 30 € μακσ » είπε  ο Θρούλης  δίνοντας  ένα  τρυφερό μπατσάκι  στα  οπίσθια  της  υπηρεσίας , σηματοδοτώντας  τη  λήξη  της  συνεδρίας 


« Και ξέρεις κάτι »  Συνέχισε , φανερά  ενοχλημένος , ο πουρούλης , απευθυνόμενος, με  θεατρικότητα ,  στην απούσα  σκορδόπιστη

« η Κατι δουλεβε στο νταλασ,αμα τινε δισ φιλισε τι στραβροτα » είπε  ο Θρούλης  , ζουζουνίζοντας  στην πολυθρόνα  του  « οποσ  στο λέο κυρ Αντρέα  μου » μου  είπε


«Όσο και αν σε θέλω , ελπίζω να μη σε ξαναδώ μπροστά μου »  Εξακολούθησε  ο Πουρός , ταπεινώνοντας , λες  με  τη  στάση  του   τη  δόλια  πουτή  που  τον ηπάτησε !


«αλα απο πισο μου ενεργιτικι,να σκουζο σα σοπρανο γκρογκοντζολα με μια μισοκιλι φρατζολα» , του  αντιγύρισε  ο Θρούλης  που  πετάχτηκε  αδημονώντας  από  την  θέση  του  και άρχισε  να  βηματίζει  νευρικά .

«Θα έχεις ξαναπέσει στα σκατά χωρίς επιστροφή!»  Κατέληξε  ο Πουρός !

« οχετοσ δε επικουρβαζι τιποτα,κε ουδεν λαθοσ αναγνοριζετε,μονο χαριζι οσμεσ »  είπε  ο Θρούλης «νε κυρ  Αντρέα  μου  γραφτο  όποσ  στο λέο »

Ταυτοχρόνως  ο Θρούλης  άνοιξε  τη  συρόμενη  πόρτα  που  ενώνει  το σπουδαστήριο  με  την Τραπεζαρία « Ρε να φαμε κε τιποτα,με τοσο κλαμα μελαλκοχολισα κε πινασα...» Είπε  ο Θρούλης  που  κατευθύνθηκε  προς  το  φορτωμένο  τραπέζι , πίσω  από  το οποίο  περίμενε   το Φιλιππίνι  να  σερβίρει .

Έτσι  δόθηκε  τέλος  στην  ανάγνωση . Αφού  τόσο  εγώ  όσο  και  ο Θείος    βιαστήκαμε  να  τον ακολουθήσουμε . Διότι  καλά  τα  υψηλά  νοήματα  , αλλά  το φαγητό μύριζε  υπέροχα .

Μάταιος  κόπος !

Ο Θρούλης  είχε  κλείσει  και  ασφαλίσει  την πόρτα . Από  μέσα  ακούγονταν  χασκόγελα  και  αναστεναγμοί  και  οι  θόρυβοι  της  μασέλας  του  Θρούλη . Πήραμε  τα  κλειδιά  του  αυτοκινήτου , και βγήκαμε  από  την  πόρτα . Θα  τρώγαμε έξω . 

Ο  Θρούλης  δεν θα  μας  άφηνε  ούτε  ψίχουλο .