15 Φεβ 2010

H Βρόχα του Πουρέιτζερ .

Ήτο νυξ. Νύξ βαθεία . Με σύννεφα μαβιά και μπλαβιασμένα . Πολύ μπλαβιασμένα . Αυτός ήταν καθισμένος στη ντιβανοκασέλα του μπροστά στο τζάκι . Ήταν σε φάση στριμοκωλέισον . Μελαγχολικιά και συναχωμένη . Κι όξω φυσούσε , φυσούσε πολύ και η Βρόχα έπιπτε ράιτ θρου

( ΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩααααααααααααααααα)

Σε κάποια στιγμή σηκώθηκε , του χε πέσει βαριά η ταραμοσαλάτα και τα θράψαλα λαδολέμονο που του χε φτιάξει η Φιλιπινέζα παρακόρη του , ρέυτηκε , έκλασε , αλλά ήτο αδύνατον να διώξει τη θλίψη του . Πήρε την κομπολόγα του την κεχριμπαρένια , και άρχιζε να αναπολεί με ύφος σκεφτικό , πολύ σκεφτικό , σαν το ύφος της γελάδας που βλέπει τα τρένα να περνάνε . Χλάπα χλούπα οι χάντρες οι κεχριμπαρένιες και εκείνος να αναπολεί ατενίζοντας όξω από το τζάμι που ο αέρας φυσομανούσε και η βρόχα έπιπτε στρέιτ θρου .

(ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΛΛΛΑ )

Αίφνης σηκώθηκε , έκλεισε το στέρεο που έπαιζε βαριά μπετοβενίστικη κλαστική μουσική , έβαλε στο ποτήρι του μια μαστίχα , πήρε ένα τόμο από τα απονημονεύματά του από τη βιβλιοθήκη του , στρώθηκε στην ντιβανοκασέλα , άναψε και ένα τσιγαράκι , κινγκ σάιζ , και έπιασε να διαβάζει , ένα βράδυ λυπητερό και σκοτεινό , που όξω φυσαγε ο μαΐστρος και η βρόχα έπιπτε ράιτ θρου .

(ΩΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ)

Τόμος εξηκοστός πέμπτος , σελίδα χίλια εφτακόσα ενενήντα δύο, παράγραφος ιβ , στίχος τέσσερα και κάτι ψιλά .
Ένα βράδυ αφού είχε φάει στο τζάκσον , είχε πιεί πέντε ουίσκια στο Μάι Τάι , πέρασε στο από το μπουτίκ , όπου είχε πάρτυ μια φίλη του , όμορφη πουρομουνίτσα . Πήγε είδε δύο τρεις φίλους του που κάθονταν στο μπαρ , λεβένετες και φλογερούς εραστάς γεννηθέντας το 1832 , που εξηγούντο όμορφα και φίνα , αλλά όπως μίλαγε με τους κολητούς του διεπίστωσε , ότι η πουρομουνίτσα που εκάθητο εξαπεναντίας του , του κανε κορδέλες με ένανε που τονε λέγανε Φριτς και είχε γενική αντιπροσωπία τις ιταλικές καπότες . Εκείνος οργίστηκε , οργίστηκε πολύ και βγήκε όξω , και έμεινε να περιμένει τον παρκαδόρο να του φέρει τη μπέμπα του , ενώ το πρόσωπό του το χαράκωνε η βρόχα που έπιπτε ράιτ θρου .

Αλαααααααααααααααααααααα

Μπήκε στο μπεμπε , άναψε το σι ντι πλέηερ , άναψε και ένα τσιγαράκι , και βάλθηκε να ανηφορίζει το μπαζωμένο Ιλισό , μέχρι που έπιασε Βτραχονήσι . Εκεί κάτου από μια μεγάλη πινακίδα είδε μια πόρτα που ήταν ένα κέντρο , ήταν απόξω κάτι μυστήριοι , ξάκρισε το όχημα , να μπω ερώτηξε , περάστε του είπανε , έδωσε τα κλειδιά και τον περάσανε στη σάλα , ενώ η βρόχα έπιπτε στρέιτ θρου .

Τον βάλανε σε ένα καναπέ . Και εκεί σε μια στιγμή , κάνει μπραφ μια μυστήρια 2 μέτρα και 9 εκατοστά ψηλή , μαύρη κατράμι , που φόραγε ένα άσπρο αραχνοΰφαντο φόρεμα , που ούλα φαινούντανε , μεχρι το στρίνγκ κοντό μπροστά , μέχρι τους αστράγαλοι μακρύ πίσω , με κάτι ντάκους 32 πόντους . Να κάτσω αρώτηξε , κάτσε της απήντησε , έκατσε . Να πιω , Πιες . ΝΑ σε κάνω και πριβέ . Τον έκανε . Και εκεί που τα λέγανε , επειδή η δεσποινίς ήτο πολύ όπως πρέπει , μερακλού και τσαχπινογαργαλιάρα . Της έκανε την πρόταση , την ώρα που της έπιανε το μπουτάκι , να βγούνε και να πάνε να φάνε κανένα ψάρι . Να πάμε του είπε εκείνη αύριο πούχω ρεπό και του έδωσε το τηλέφωνό της ,αλλά να μην πάμε για ψάρια , να πάμε να φάμε κανένα κοψίδι να λιγδώσει το αντεράκι μου που εδώ και δύο μήνες τη βγάζω με ρύζι και νερόβραστες λαχανίδες . Εκείνος την αγκάλιασε , της χάιδεψε το χεράκι , τη φίλησε το μέτωπο , και απεχώρησε οδηγώντας τη μπέμπα του προς το σπίτι του μια νύχτα τεθλιμμένη που η βρόχα έπιπτε ράιτ θρου .

ΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩπααααααααααααααααααααααααααααααααα

Την επομένη , τον πήρε τηλέφωνο να την πάρει αυτός , βγήκανε όξω , αυτή έφαγε δυο κιλά παϊδάκια , τριά πιάτα κιοφτέδες , δυο μελιτζανοσαλάτες και μια χωριάτικη , ήπιε και ενάμισυ κιλό κρασί χύμα , ντερλίκωσε ίσιωσε , πήγανε και για ποτάκια , που να πάμε τώρα , να σε πάω εδώ παραπάνω που είναι άνα καλό χοτέλι με απαρταμάντς , να πιούμε το ουισκάκι μας με την ησυχία μας , να γνωριστούμε και να μιλήσουμε για μας . ΝΑ ρθω του είπε αυτή , αλλά ως σκέση , όχι ως τροτουάρ , διότι εγώ είμαι σοβαρή κοπέλα και κατάγομαι από να χωριό βαθειά μέσα στη ζούγκλα της Πιπάμπουε , ανατολικά της Ουρακοτάνγκα , που βρέχεται από τη λίμνη Πουταγκανίκα , και η μαμά μου είναι πολή αυστηρά και άμα φυσάει ο μουσώνας η βρόχα πίπτει στρέιτ θρου .

Άλλλλλλλλλλλλλαααααααααααααααααααα

Κατόπιν ανέβηκαν στο δωμάτιο , ήπιανε τα ουίσκια της ήπιανε τις σαμπάνιες τους , την έστρωσε επί του καναπέος , διότι είχανε πάρει σουγίτα , και επειδή το πολυτιμώτερον το είχε δομένο καμιά οχτακοσαριά φορές προηγουμένως , τον άφησε να της το κάνει και ανωμάλως . Μετά όταν φεύγανε , του είπε το ξέρω ότι είστε σοβαρός κύριος και διαφορετικός και θα ηγαπείτε , και εκείνος συμφώνησε , της έδωκε και ένα περιπαθές φιλί , έβγαλε να της δώκει και ένα κατοσταρικάκι , αλλά εκείνη το αρνήθηκε , για ποια με περάσατε , εκείνος το βαλε στην τσέπη , πολύ την εξετίμησε που ήτο ηθικιά και τιμία , και την πούλεψε για το Γκστάαντ , να πάει για σκί , μια νύχτα κρύα που η βρόχα έπιπτε ράιτ θρου .

ΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩ

Ακολούθως , όταν γύρισε από το Γκστάαντ δεν την έπαιρνε τηλέφωνα , εκείνη έστελνε μηνύματα . Μέχρι που μια φορά με ένα μήνυμα λυπημένο και κλαφτό του εζήτησε να τον δει . Εκείνος συγκατένευσε και την πήγε στο Καστελόριζο να φάνε αστακοκαραβίδες , σφυρίδα και πετρομπαρμπουνόπουλα μυστακοφόρα . Στη συζήτηξη επάνω εκείνη του είπε πως την είχε πληγώσει πολύ , διότι την είχε χρησιμοποιήσει και μετά την πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων , ενώ εκείνη τον ηγάπα σφόδρα και η βρόχα έπιπτε στρέιτ θρου .

ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ

Εκείνος με τα πολλά εδέχθη να επανασυνδεθούν , αλλά εκείνη του είπε με θλίψη ότι δεν μπορεί να σταθεί κοντά του διότι αυτός είναι ένα φραγκοκαβλέουρας γεροφορτώγκας , ενώ εκείνη είναι μια κοπέλα φωχιά που δεν έχει δεύτερο μπέμπι ντολλ , και πως θα σταθεί δίπλα του , που θα την σχολιάζουνε πως τονε θέλει μόνο για να του τα τρώει . Αυτός έκανε να βγάλει το μπουκ με τα τσέκια , αλλά αυτή τον σταμάτησε και του είπε ότι δεν δέχεται λεπτά , από πάρτη του διότι είναι βόυφρέντ της , αλλά άμα θέλει να τη βοηθά στο κλάμπ που εργαζόταν για να πληρώνει τα δίδαχτρα για τη Σχολή της που σπούδαζε κοπτοραπτού .Εκείνος πάγαινε τη βόηθαγε , τη βόηθαγε μέχρι μαλακίας , εκείνη του καθότανε δις της εβδομάδος , μέχρι που εκείνος έμαθε ότι τη βοηθάνε άλλοι 3 τακτικοί και καμιά εκατομπενηνταριά έχταχτοι , διότι ήσαν φιλάνθρωποι πολύ φιλάνθρωποι , και δεν αφήνουνε μια φτωχιά κοπέλα να χαθεί και να περιπλανάται στους δρόμους , μόνη , έρημη , ρακένδυτη στη νύχτα όταν η βράχα πίπτει ράιτ θρου .

ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΛΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ

Εκείνος το φερε βαρέως και γνώρισε μετά ταύτα καμιά τριανταριά καλές κοπέλες συζητήσιμες και της εξυπηρετήσεως , για να πνίξει τον πόνο του . Εκείνη βασικά χέστηκε , αλλά επειδή της λείπανε κάτι ψιλά και είχε λεπτά αισθήματα τον βομβάρδιζε με μηνύματα και τηλέφωνα , εκείνος δεν της απήντα , εκείνη σκύλιαζε. Τέλος πάντων μία μέρα πήγανε να φάνε . Εκείνος έφαγε ένα στέικ και ήπιε μια κοκα κόλα , εκείνη ήπιε τον άμπακα και έφαγε τον αγλέορα και του είπε να τα ξαναβρούνε, του πε να την περιμένει στο Σταθμό του Μονάχου , στην 30 Φεβρουαρίου , διότι πήγαινε στην πατρίδα που η μαμά θα έκανε εγχείριση για κωλικό στο νύχι . Εκείνος πήρε το αιρ μπας . Πήγε στο Μόναχο . Έφαγε τα λουκάνικά του , έφαγε το σάουερ κραουτ του , τα κότσια του , τα μπρέτσελ του , ήπιε τις μπύρες του . Και ξεκίνησε για το Σταθιμό . Αυτή δε φάνηκε .

Και η βρόχα έπιπτε στρέιτ θρου .

4 Φεβ 2010

ΕΡΩΤΕΥΣΙΜΟΙ ΝΕΟΙ

Ένας ερωτεύσιμος νέος και ένας λιγότερο νέος (όχι και πολύ λιγότερο πάντως ) , οδηγούσαν το αυτοκίνητο μέσα σε άδειους δρόμους . Ήξεραν που θα κατέληγαν . Αλλά ας το παρέτειναν λίγο .




Τελικά το κέντρο της ακολασίας που επ' ολίγον είχε γίνει το στέκι τους φάνηκε . Πληρούσε όλους τους ορισμούς περί αυθαιρέτου δομήσεως , ενώ η πινακίδα του θεόρατη διακρινόταν καθαρά . Στα διπλανά κέντρα η πελατεία των μπουζουκοβάρδων της μαίινστρημ νταμπαντούμπα μουσικής σκηνής προσήρχετο αυξανομένη . Είχε δημιουργηθεί κυκλοφοριακό μετά τις πρώην εγκαταστάσεις της εταιρείας φωταερίου .



Πέρασαν το μαγαζί . Ο ολιγότερα νέος κύριος επελήφθη ελιγμού αναστροφής , ο οποίος δεν έτυχε της εγκρίσεως του ερωτεύσιμου νέου . «Θείε θα μας σκοτώσετε , παίρνετε τις στροφές σαν τους Duke's brothers » , ο οδηγός του κόκκινου σάξο που απέφυγε την τελευταία στιγμή την πλαγιομετωπική , κόρναρε , είχε κατεβάσει και το παράθυρο και κάτι έλεγε . Θρήσκος άνθρωπος , πρέπει να χε βλαστημήσει πέρα από την Παναγίτσα και το Χριστούλη και 175 άλλους αγίους .΄



Ο ατάραχος λιγότερο νέος κύριος , παρετήρησε αφ΄υψηλού τον βλασφημούντα μουζίκο , και αρκέστηκε να μπει στο πάρκινγκ του μαγαζιού . Ο νεαρός με το κόκκινο σάξο απεχώρησε μόλις οι της υποδοχής , διαφόρων μεγεθών και διαφορετικών διαβαθμίσεων κατά την εγκληματικότητα της φυσιογνωμίας τους , παρέλαβαν τα κλειδιά και χαιρέτησαν ευγενέστατα τον ολιγότερα νέο κύριο .



Ο επί της εισόδου έδωσε στους φίλους μας προτεραιότητα εν σχέσει με ένα μεθυσμένο πακιστανό , και τρεις Αλβανούς που μιλούσαν στα κινητά τους .



Κατά την είσοδο , ο σερβιτόρος τους χαιρέτησε ευγενώς . Απελογήθη διότι το κατάστημα ήτο πλήρες και δεν υπήρχε χώρος να τους τοποθετήσουν . Με την πλούσια ασημένια κόμη του να ανεμίζει από το ρεύμα του αιρκοντίσιον προσφέρθηκε να τους τοποθετήσει επ΄ ολίγον στο μπαρ παραπλεύρως ενός χαλκοχρώμου ομοιώματος γυμνής γυναικός , αμφιβόλου γούστου , εντυπωσιακού πλην όμως μεγέθους .



Δεν χρειάστηκε να παραγγείλουν ποτά . Ήλθαν αυτομάτως .



Μετά τα ποτά άρχισαν να καταφθάνουν οι καλλιτέχνιδες παρελαύνουσες και προσπαθώντας να παρασύρουν εκάτερο των δύο νέων , είτε τον ερωτεύσιμο , είτε τον λιγότερο νέο , προς το παραπλεύρως ευρισκόμενον χειρομαλακτήριον επί του καναπέος .



Προσήγγισαν χαριτόβρυτες υπάρξεις αντολικωευρωπαϊκής προελέυσεως και πάσης φύσεως και εμφανίσεως , τον ερωτεύσιμο νέο , και μελαμψές γαζέλες τον ολιγώτερο νέο .



Ο λιγότερο νέος ατενίζοντας προς τη σκηνή όπου δέσποζε ο σωλήνας , θαύμασε τον χαριτόβρυτο τρόπο με τον οποίο η τότε αδυναμία του επεδείκνυε χαριτωμένα τα κάλη της στους θαυμαστάς της τέχνης . Η ψηλή νταρντάνα που κατήγετο από την λεβεντογέννα μεγαλόννησο Νηγιρία . Στο πρώτο τραπέζι εστάθη σηκώνοντας το μακρύ καλοκαμωμένο και εύσαρκο πόδι της και έφερε το καλυπτόμενο από ένα απειροελάχιστο στρινγκ αιδοίο της προ τον οφθαλμών του πελάτου , ταυτοχρόνως τον χαιρέτησε φιλοφρόνως λέγοντας του « θες να σε γκαμήσω , μπούστη ? » . Ο πελάτης τη γείωσε .



Στο επόμενο τραπέζι άλλαξε τακτική . Προσήγγισε τον πελάτη , τον καβάλησε γυρνώντας του την πλάτη και με μία χορευτική πιρουέτα τοποθέτησε τους εύσαρκους γλουτούς της στο πρόσωπο του πελάτου , εις τρόπον ώστε ο ανυποψίαστος θαμών να ασφυκτιεί έχοντας το πρόσωπό του εντός της αβυσαλέας χαράδρας των γλουτών της καλλιπύγου γαζέλας και τη μύτη του εφαπτομένη με την κωλοτρυπίδα αυτής .



Πλην , παρά τις προσπάθειες της καλλιτέχνιδος οι πελάτες ουδόλως ετσίμπαγαν και την απέπεμπαν , ή αυτή έφευγε διαμαρτυρομένη ,διότι πάντες την παζάρευαν για να κάνει σκόντο κατά την παράθεση του ροφήματος .



Εκείνη τη στιγμή ο ολιγότερο νέος ασχολείτο με διατεινόμενη καταγωγή εκ Καλαμών , βραχύσωμη χαμογελαστή γαζέλα , η οποία έτεινε τα οπίσθιά της προς τα εμπρόσθιά του , ψαύοντας με αυτά την ανδρική του φύση . Ταυτοχρόνως , ο ερωτεύσιμος ησχολείτο με εύσαρκο βραχύσωμη ξανθιά εγγονή φλογερού κομμουνιστή , η οποία του υποσχόταν απαγορευμένες ηδονές . Η καλαματιανιά απεχώρησε και προσήλθε άλλη νεαρά γαζέλα την οποία ζαχάρωνε από καιρού ο ολιγότερο νέος , αλλά , φευ , αυτή η πουτάνα επεδείκνυε μεγίστη αδυναμία προς τον ερωτεύσιμο , τον οποίο είχε την προηγουμένη εβδομάδα καβαλήσει τραπεζάτα , αποβάλλουσα το στρινγκ της . Η εντυπωσιακή γαζέλα που το όνομα της παρέπεμπε στην ευμάρεια , θες διότι ο ερωτεύσιμος δεν ανταποκρινόταν , θες διότι δεν πολυγούσταρε τον ολιγώτερο νέο που είχε απλώσει τη χερούκλα του και τη θερμομετρούσε , απεχώρησε . Αίφνης ο ερωτεύσιμος εξηφανίσθη προς το πριβέ , παρασυρόμενος από ξανθιά , ζουμπουρλούδικη ευπαρουσίαστη ύπαρξη .



Τότε προσήλθε και η νταρντανογαζέλα που ήτο η αδυναμία του ολιγότερο νέου . « How r u baby » τον ρώτησε κάνοντας , θωπεύουσα το ανδρικό του μόριο ύπερθεν της περισκελίδος ? « Καλά , γιατί δεν τηλεφώνησες ? » Γέλασε και άρχισε να φωνάζει ΚΑΥΛΙΑΡΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗ .



Μερικοί κοίταξαν , οι λοιποί είχαν ξανάρθει .



Αύριο θα σε δούμε ?



BAGRADI ?( to Παγκράτι στα Μπινί ) At Da nice one ?



Yes baby !



But you will not fuck golos again , I had pain last time . Your Boutsara is very big ( αμετάφραστο )



Buy Drink ? A small ?



Πήρε το ποτό και άρχισε να κάνει ντανιές . Το χέρι του λιγότερο νέου ασυναίσθητα περιπλανήθηκε στις εντυπωσιακές της καμπύλες .



No finger mouni please , only golo ! Παρεκάλεσε .



Αφού λες ότι ο κώλος σου πονάει .



Golos no mbonaei me fingers , golos mbonaei me your big boutsara .



Why you do not seat in trapezi ? or kanape as usual ?



No space , later they said .



OK , go prive ?



Not yet !



Why ?



Later .



OK , I go around , later I ll come . Do not buy drinks to some boudana (πουτάνα ) . Mberimini me (να δω ποιος καργιόλης θα το καταλάβει αυτό ! )



Σε κάποια στιγμή ο ερωτεύσιμος επέστρεψε .



Μετ΄ ολίγον ο μαιτρ τοποθέτησε τους δύο εταίρους σε τραπέζι εφαπτόμενο με την πίστα καρσί στο σουλήνα .



Καλά ήτανε μόνο λίγο το καπνογόνο έφερνε αναγούλα στον ολιγώτερο νέο . Η γαζέλα ήρθε και ήπιε ένα σφηνάκι , θωπεύοντας τον ολιγότερο νέο στα επίμαχα σημεία , έχοντας τον καβαλήσει .



Ταυτόχρονα σχολίαζε τα τεκταινόμενα επί σκηνής , μυκτηρίζοντας τους συμμετέχοντες στο σόου , που συνουσιάζονταν με blastig boutso που είναι malakies .



Will you stay see me doing show ? fiki fiki guith blastig mboutso ?



Πήρε και δεύτερο νεράκι .



Ταυτοχρόνως στη σκηνή ενεφανίσθη η βραχύσωμη ζουμπουρλού ανάφτρα που είχε πριβεδιάσει προηγουμένως τον ερωτεύσιμο για να κάνει το νούμερό της .



Ο δισκοθέτης ( dj) την ανήγγειλε . Προχώρησε με το μικροσκοπικό φορεματάκι της προς το σωλήνα . Η μουσική ρυθμική με βαθειά μπάσα την συνόδευε στο γύρω - γύρω όλοι που έκανε στο σωλήνα . Το πλατινέ μακρύ μαλλί ανέμιζε . Κατέβασε το τιραντάκι από το δεξί ώμο , κρύβοντας τάχαμου το βυζάκι με το χέρι . Τότε είδε τον ερωτεύσιμο διοπτροφόρο νέο , ανάμεσα από τα καπνογόνα . Προχώρησε προς το μέρος του . Πρώτο τραπέζι στο μέσον της πίστας .



Μα τι έβλεπαν τα ματάκια της αναξιοπαθούσης τίμιας εργάτριας της ηδονής . Στο πρώτο τραπέζι ανάμεσα στον ερωτεύσιμο και τον ολιγώτερο νέο καθόταν μια άλλη εργάτρια . Η τσουπωτή θρασεία μαύρη γαζέλα . Η οποία είχε και μπροστά της ποτό , και όχι μόνο . Είχε αραδειάσει με προπετή και ανάγωγο τρόπο και τις κάρτες της επάνω στο τραπέζι . Κάρτες οι οποίες ήσαν αρκετές .



Υπέλαβε ότι ο ερωτεύσιμος την είχε εξαπατήσει . Υπέλαβε ότι αφού την παρέσυρε να του σερβίρει καλοχτυπημένο ρόφημα με 3 κάρτες ( ο ερωτεύσιμος είναι πολύ καλός στο σκόντο ) , την εξέχασε και προδοτικά άρχισε να κερνά τη γαζέλα για να απολαύσει τα μυστηριώδη θέλγητρά της .



Ε αυτό πήγαινε πολύ . Και αυτή που ήθελε να κάνει το σόου της ακριβώς μπροστά του για να τον ευχαριστήσει !



Ξάπλωσε επάνω στην πίστα . Και έφερε το πρόσωπό της δίπλα στο πρόσωπο του ερωτεύσιμου νέου .



Τί είναι αυτά τον ρώτησε .



Ο ερωτεύσιμος κατελήφθη εξ απήνης και δεν είπε τίποτα . Ε αυτό ήταν ομολογία ενοχής .



Εμένα που σου έκανα πριβέ με 3 κάρτες , ούτε ποτό δε μου έβαλες , και σε αυτήν κάνεις ποτά . Στην αραπίνα που παίρνει τσιμπούκια ?



Ο ερωτεύσιμος κατάλαβε τι συνέβαινε . Επί τέλους , διότι οι υπόλοιποι θαμώνες , τον είχαν εντοπίσει . Θεώρησαν όμως ότι η αλλοδαπή χορεύτρια , ήτο κατάκτηση του ερωτευσίμου νέου , και μπίζαραν με σφυρίγματα , κραυγές και χειροκροτήματα , θεωρώντας τη διακοπή του σόου και την ψιλοκουβέντα ως απόδειξη του ανικήτου έρωτος , τον οποίο ενέπνευσε ο διοπτροφόρος ερωτεύσιμος νέος προς την αλλοδαπή βραχύσωμη ζουμπουρλού αρτίστα με το πλατινέ μακρύ μαλλί .



Η αρτίστα συνέχισε να επιπλήττει τον ερωτεύσιμο διοπτροφόρο νέο . Το σόου είχε διακοπεί . Ο καταστηματάρχης έβριζε . Το πλήθος κραύγαζε . Ο δισκοθέτης όλο και έβαζε από την αρχή τη μουσική υπόκρουση , αλλά εις μάτην .



Η αλλοδαπή βραχύσωμη ζουμπουρλού αρτίστα με το πλατινέ μακρύ μαλλί ήτο ως φαίνεται σφόδρα ζηλότυπος . Συνέχιζε απτόητη τη σκηνή ζηλοτυπίας , ενώ η αδυσώπητη γαζέλα χαμογελούσε μακαρίως .



Δεν είναι δικά μου τα ποτέ ψέλλισε ο νέος .



Τίνος είναι ρε ? Δίπλα σου κάθεται ! Εμένα ούτε νεράκι δε μου έβαλες και σε αυτή την πατσαβούρα διπλά ? Που κάνει ... και απαριθμούσε το ποινικό μητρώο της γαζέλας .



Του θείου είναι ! Αυτός της έβαλε ποτά !



Αλλού αυτά !



Μα του θείου είναι !



Δεν τον πίστευε , αυτός της εξηγούσε .



Το πρόγραμμα είχε διακοπεί . Οι δύο νέοι είχαν γίνει θέαμα . Το νοήμον κοινό παρακολουθούσε ασκαρδαμυκτί τα δρώμενα .



Συθνέχισε να χαμογελά , να σχολιάζει , να κραυγάζει .



Περιέργως ουδείς διεμαρτύρετο , λόγω της διακοπής του προγράμματος .



Ε σου λέω του φίλου μου είναι , κραύγασε αυτός , μη μας σπας τα αρχίδια !



Διότι και οι ερωτεύσιμοι , ευγενείς διπτροφόροι νέοι φτάνουν κάποτε εις το μη παρέκει .



Καλός μαλάκας είναι και αυτός οίμωξε η ζηλότυπος αλλοδαπή βραχύσωμη ζουμπουρλού αρτίστα με το πλατινέ μακρύ μαλλί . Και με μια θριαμβευτική κίνηση σηκώθηκε και συνέχισε το σόου της .



Τί συνέχισε ?



Πέταξε εκνευρισμένη το σατέν φορεματάκι της .



Έκανε μια υπόκλιση και απεχώρησε στα παρασκήνια φουρκισμένη .



Καλά της έκανες της καργιόλας , συνεχάρη τον ερωτεύσιμο διοπτροφόρο νέο ένας παρακαθήμενος θαμών .



Έτσι θέλουνε . Του φώναξε ένας άλλος , ο οποίος χειροκροτούσε .



Το κλού της βραδιάς , ήταν όταν άλλος θαμών , επιστρέφοντας από το αποχωρητήριο , έσφιξε όλο θέρμη το χέρι του ερωτεύσιμου νέου . Μπράβο μεγάλε τον συνεχάρη . Βάζω στοίχημα , ότι δεν είχε πλύνει τα χέρια του .



Θείο το λογαριασμό . ικέτευσε ο ερωτέυσιμος νέος , καθώς η ζηλότυπος , αλλοδαπή βραχύσωμη ζουμπουρλού αρτίστα με το πλατινέ μακρύ μαλλί , έβγαινε από τα καμαρίνια .



Why go so early ? ρώτησε η γαζέλα .Do not want to see me do fiki fiki on stage guid da blastig mboutso ?



Νο μωρό μου another day ! Ι will call you tomorrow , we go to the hotel !



OK but you will not fuck golo again it is painful .



Πλήρωσαν και απεχώρησαν .



Ο ολιγώτερο νέος ζήλεψε πράγματι την αποχώρηση του ερωτεύσιμου νέου , ο οποίος αποχωρούσε υπό τα πλήρη θαυμασμού βλέμματα του κοινού .



Η γαζέλα γύρισε στη γύρα .



Η ζηλότυπος αλλοδαπή βραχύσωμη ζουμπουρλού αρτίστα με το πλατινέ μακρύ μαλλί έμεινε να ατενίζει τις πλάτες του αποχωρούντος ερωτεύσιμου διπτροφόρου νέου .



Την είχε πληγώσει .

4 Ιαν 2010

Ο ΠΟΥΡΟΥΛΗΣ ΕΥΧΕΤΑΙ ΜΕ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ

Θε μου  μακριά  σου  στέκουμαι

Με  κρίμα  είμαι γιομάτος

Μα το καλό το εύχομαι

Από  καρδιά  με  πάθος

 

Για  με   τίποτα  δε  ζητώ

γιατί είμαι  μακριά  σου

Για άλλους  σε  παρακαλώ

που  ναι  παιδιά  δικά σου

 

Θε  μου  ετούτη  τη  χρονιά

Μια  ευκή  μου  κάμε  πράξη

Και  η  ζωή  των  φίλων μου 

προς  το καλό  να  αλλάξει

 

Δώσε  σ΄ αυτούς  που  αγαπώ 

Τύχη  και  ευτυχία

Να  τους  φυλάς  από κακό 

Και  νά 'χουνε  υγεία

 

Κι αυτή  που με   αρνήθηκε 

Και  πλιο δε με   γνωρίζει

Έχε  κι αυτή  στη  σκέπη  σου

Όπου  και  αν γυρίζει

15 Δεκ 2009

Έρχονται Χριστούγεννα

Έρχονται  Χριστούγεννα .

Σε  μια  στριπονύχτα  που  βαράει  οικονομική  κρίση . Σε  μια  στριπονύχτα  που  γεμίζει  με  νέα  μαγαζιά  . Ένα  λέει πρόκειται να  ανοίξει  στη  Συγγρού  και  άλλο  ένα  σε  παλιό  ιστορικό μέρος  στη  Γ΄ Σεπτεμβρίου .

Άλλοτε  αυτές  οι εποχές  ήσαν εποχές  δόξης . Έπρεπε  να  κάνεις  κράτηση  για  ρεβεγιόν  στα  στριπόμπαρα . Και  μετά  το ρεβεγιόν  έφευγες  φορτωμένος  , και πέρναγες  πολύ  καλά .

Θυμάμαι  μια  όχι τόσο μακρυνή  εποχή  . Ρεβεγιόν Πρωτοχρονιάς . Άφιξις , μετά  απογευματινή  χαρτοπαιξία , μεσημαριανό ύπνο , δεξίωσιν- ρεβεγιόν και πέρασμα  μπουζούκια  κατά  τις  4.30   στο τραπέζι μου .  Εγένετο  της  πουτάνας . Κόσμος .... κόσμος   σε  μικρό χώρο  γεμάτο καπνό και με  κακό εξαερισμό . Οι  45-50 ξεβράκωτες  να  κάνουνε  τα  πάντα   , φτιάξαμε  κέφι  γερό . Κάναμε  και την άναλογη ( μεγάλη  ζημιά ) , αλλά  γεμίσαμε  μπαταρίες  για  1  τρίμηνο  . Αναχώρησις  7.45. Πρόγευμα   στο  Meridien . Αθλοπαιδιές  κατόπιν  στο Ιμπέριαλ  , και  ξανά  κατά  το απογευματάκι .  Καλή  χρονιά  , μέχρι το Σεπτέμβρη .

Τώρα  εμένα δεν μου  πολυκαίγεται  καρφάκι .

Πέρασε  ο καιρός   του  έρωτος  και  της  αγάπης , προς  όφελος  του  τραπεζικού  μου  λογαριασμού  , προς  όφελος  της  ηρεμίας  μου  κυρίως . Το ζήτημα  είναι  ότι  το στριπ  όπως  το  ξέραμε  είναι  δυστυχώς  παρελθόν . Πάρε  σβάρνα  τα  μαγαζιά  και  ένα  αξιοπρεπές  pole  dance δεν  θα  βρεις . Κονσομασιόν  θα  βρεις . Φραπέ , καλαμάκι , μπριζόλα  θα  βρεις  χορό  γιοκ . Ούτε  καλό table dance .

Το κυριώτερο  είναι ότι  δεν θα  βρεις  τις  παλιές  καλές  αλανιάρες  που  σου  τα  παίρνανε  κάνοντας  σε  να  νιώθεις  άρχοντας . Τις  μεγάλες  κυρίες .

Μόνο  κάτι  αποτυχημένες     έχει η  αγορά  τώρα .  Κάτι  βιζιτούδες παρτάλια , σκυλιά  ανήμερα . Περασμένα .

Κάτι φτηνιάρες .

Γιατί  να  κάνεις  ζημιές  γι  αυτές ?

Γιατί να  ανοίγεις  πικολάκια ?

Γιατί να  ανοίγεις  σαμπανιες ?

Γιατί  να  τις  γαμήσεις  εν  τέλει ?

Ενώ  οι παλιές   ...

Μάγκα  μου  , οι παλιές  ξέρανε  που  το δίνανε . Και  γι  αυτό  δεν ακούγονταν . Και  βγάζανε και  καλά  φράγκα , και  είχανε  και τη  φήμη  της  απρόσιτης  , της  ακριβής  ,  και ξέρανε  να  σε  κάνουνε  και να  περνάς  καλά  εντός  του  καταστήματος .

Γι αυτό   έχω  πολύ  πολύ  καιρό  να  βγω .

Μαθαίνω  όμως  νέα , και θλίβομαι  περισσότερο .

23 Νοε 2009

Δύο μεγάλα κομμάτια

Αφιερωμένα  στο ατέλειωτο μωρό που  τα  χόρευε

20 Νοε 2009

Ινδιάνικο Καλοκαίρι

…σχεδόν έσερνε τα βήματα του προς το σημείο που έχει δέσει τον Μαύρο Θάνατο. Τον ξέζεψε, χαϊδεύοντας την χαίτη του. Με μία απότομη κίνηση τον καβαλάει και του δίνει εντολή να εκκινήσει. Ο Μαύρος Θάνατος, πιστός σύντροφος του Ινδιάνου σε όλες του σχεδόν τις μάχες, γνωρίζει πολύ καλά την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει. Λες και έχει ενσωματωμένο κάποιο σύστημα αυτόματης πλοήγησης για τις περιπτώσεις που το μυαλό του Ινδιάνου για διάφορους λόγους δεν λειτουργεί ή έχει θολώσει από το νερό της φωτιάς, αρχίζει την ξέφρενη πορεία του προς το Σαλούν, όπου εργάζεται η νεαρή Ινδιάνα από τα Καρπάθια Όρη. Η ιστορία μεταξύ τους πάει κοντά δύο χρόνια πίσω, όταν η νύχτα ξέβρασε τον Ινδιάνο σε εκείνο το καταραμένο Σαλούν, όπου η μικρή Ινδιάνα είχε ξεκινήσει να εργάζεται ως χορεύτρια. Η χημεία μεταξύ τους φάνηκε από την πρώτη τους συνάντηση και δεν άργησαν να σχετιστούν ερωτικά και λίγο αργότερα και συναισθηματικά. Αυτό το τελευταίο κομμάτι όμως ήταν που δυσκόλευε πάντα τα πράγματα και η χημεία μεταξύ τους μετατράπηκε σε εκρηκτικό κοκτέηλ με βραδυφλεγές στουπί. Ο Ινδιάνος πολέμησε για να την κατακτήσει. Έτσι ήταν μαθημένος. Να πολεμάει για εκείνα που πιστεύει και εκείνα που λατρεύει. Και την Ινδιάνα του την λάτρευε μέχρι θανάτου. Εκείνη ήταν τα μάτια του μέσα στο σκοτάδι του Σαλούν και πάντα τον προστάτευε, τον πληροφορούσε για ο,τιδήποτε συνέβαινε εντός και φρόντιζε ούτως ώστε ο χρόνος που περνούσανε εκεί μέσα να μην ήταν βαρετός. Τα πράγματα άλλαζαν άρδην όμως αφού τελείωνε την δουλειά και καβαλούσε τον Μαύρο Θάνατο αγκαλιάζοντας σφιχτά τον Ινδιάνο. Εκείνος ήταν που την προστάτευε από τα «απρόοπτα» της ημέρας και την περιποιούνταν, κάνοντας ό,τι περνούσε από το χέρι του για να αισθάνεται σαν μια ξεχωριστή γυναίκα. Ήταν ο μοναδικός άνθρωπός που εμπιστευόταν, την γέμιζε ελπίδα και αυτοπεποίθηση, της μάθαινε πράγματα και γνώριζε πως ενδιαφερόταν για το καλό της και μόνο.

Είχαν φτάσει πλέον σε εκείνο το σημείο που ο καθένας έδινε στον άλλο αυτό που ζητούσε, επειδή τα θέλω τους συμπίπτανε. Όσο δεν παίρνανε την «σχέση» τους, η οποία είχε περάσει από σαράντα κύματα, στα σοβαρά, τα πράγματα κυλούσαν υπέροχα, παρά το γεγονός πως το μυαλό και των δύο το τριβέλιζε η σκέψη του μέχρι που θα έφτανε αυτή η γνωριμία, γεμίζοντας τους με ένα αίσθημα ανησυχίας. Γνώριζαν πως κάπου θα τελείωνε αυτή η ιστορία και σίγουρα ένας από τους δύο, ενδεχομένως και οι δύο, θα πληγωνόταν.

Ο Ινδιάνος σαν υπνοβάτης άνοιξε τη δίφυλλη πόρτα του Σαλούν και καλησπέρισε τους ιθύνοντες του καταστήματος. Αυτή η διαδικασία στις αρχές πάντα τον άγχωνε. Αυτός ο φόβος του τι μπορεί να αντικρύσει και να του ανέβει το αίμα στο κεφάλι με αποτέλεσμα να παρεκτραπεί. Τώρα πια ήταν εξοικειωμένος και δεν ανησυχούσε για τίποτα. Η υπεύθυνη του καταστήματος πάντα προσηνής και ευπροσήγορη τον καλησπέρισε και ρώτησε αν θα του έβαζε το συνηθισμένο του. Ο Ινδιάνος έγνεψε καταφατικά και κάθησε σε έναν απόμερο καναπέ . Αμέσως έφτασε το «συνηθισμένο» του και με ένα πρώτο βλεφάριασμα κατάλαβε πως η Ινδιάνα ήταν απασχολημένη σε κάποιο άλλο τραπέζι. Η πρώτη που τον πλησίασε με μεγάλη επιφυλακτικότητα ήταν μια παλιά καραβάνα του μαγαζιού από τη Σιβηρική στέπα. Γνώριζε καλά τον Ινδιάνο και τα αισθήματα που εκείνος έτρεφε για την νεαρή Ρουμάνα. Σεβόταν το δέσιμο που υπήρχε μεταξύ τους και τον εκτιμούσε σαν άνθρωπο για όλα εκείνα που κατά καιρούς είχε κάνει για το χατήρι της μικρής. Φοβόταν όμως την απόρριψη από τον Ινδιάνο που ενίοτε μπορούσε να φερθεί με αψύ και άκομψο τρόπο σε όλες τις κοπέλες.

«Θα με διώξεις πάλι;» ρώτησε τον Ινδιάνο εμφανώς ανήσυχη.

«Η μικρή θα κάτσει και άλλο με τον τύπο εκεί πέρα;»

«Δεν τον ξέρω ποιος είναι και τι θέλει;»

«Δε σε ρώτησα αυτό. Αν είδες να κινούνται τίποτα ποτά σε ρώτησα»

«Ναι. Η μικρή παρήγγειλε και άλλο ποτό.»

«Κάτσε τότε και πάρε και εσύ το δικό σου να μου κρατήσεις παρέα.»

Με μία χειρονομία προς την υπεύθυνη του καταστήματος ζήτησε το ποτό της και αυτό έφτασε σε χρόνο dt.

«Πως είσαι εσύ;» ρώτησε τον Ινδιάνο.

«Όχι και πολύ καλά. Περνάω κάποιες δυσκολίες τον τελευταίο καιρό.»

«Προβλήματα με τη μικρή ή με τα χωράφια σου;»

«Τίποτα από τα δύο. Απλά δεν είναι όλες οι μέρες το ίδιο…»

Η κοπέλα κατάλαβε πως δεν υπήρχαν περιθώρια για άλλες ερωτήσεις και γύρισε την κουβέντα.

«Που είναι εκείνος ο φίλος σου να με παντρέψεις; Έχω πολύ καιρό να τον δώ» είπε χαμογελώντας.

Κάπως έτσι κύλησε η κουβέντα με αστειάκια και πειράγματα. Ο Ινδιάνος με την άκρη του ματιού του είδε την νεαρή Ινδιάνα να παρατάει την παρέα της και να έρχεται προς το μέρος τους.

«Λοιπόν εγώ σας αφήνω να τα πείτε και ήρεμα οι δύο σας έτσι;» είπε η Λύκαινα της στέπας, ενώ ο Ινδιάνος της έκλεισε το μάτι. Η νεαρή από τα Καρπάθια δεν έδωσε καμία σημασία στη συνάδελφο της και με μία αστραπιαία κίνηση φίλησε τον Ινδιάνο. Το φιλί της ήταν τόσο γλυκό, από εκείνα που ακόμα και όταν οι γλώσσες ξεκολλήσουν, η επίδρασή τους διαρκεί για αρκετή ώρα ακόμα. Έσφιξε στην αγκαλιά της τον Ινδιάνο για μερικά δευτερόλεπτα και ξαφνικά λες και την τσίμπησε μύγα τραβήχτηκε, ενώ στο πρόσωπο της διαφαινόταν θυμός.

«Που ήσουνες; Γιατί δεν απαντάς στα σήματα καπνού που σου στέλνω;» εξανέστη.

«Δεν είμαι και πολύ καλά και δεν ήθελα να μιλήσω με κανέναν εκείνη τη στιγμή»

«Πρώτη φορά το κάνεις αυτό. Ανησυχώ. Τον τελευταίο καιρό δεν σε νιώθω κοντά μου. Θέλω να είσαι δίπλα μου όπως παλιά. Καταλαβαίνεις;»

«Καταλαβαίνω. Σου λέω όμως πως δεν θέλω να το κουβεντιάσω.»

«Εντάξει. Δεν σε πιέζω. Αν χρειαστείς όμως κάποιον για να μιλήσεις ξέρεις πως μπορείς να το κάνεις μ’ εμένα.»

«Ναι το ξέρω αυτό και σ’ ευχαριστώ»

«Στο λέω από τώρα δεν θα βρεθούμε σήμερα. Δεν απάντησες και έχω κανονίσει. Αύριο όμως όλη η μέρα θα είναι δικιά μας.»

«Τι εννοείς;»

«Θα έρθεις να με πάρεις και θα πάμε στο τίπι σου. Θα ερωτοτροπήσουμε, θα ξεκουραστούμε και έπειτα θα με βγάλεις έξω για φαγητό και μετά για καφέ σ’ εκείνο το υπέροχο μέρος που με είχες πάει και την προηγούμενη φορά.»

«Σου άρεσε;» ρώτησε ο Ινδιάνος λίγο σαστισμένος.

«Πάρα πολύ. Μου θυμίζει την πατρίδα μου και ένιωσα όμορφα.»

«Εντάξει λοιπόν. Δεν θα σου χαλάσω το χατήρι.»

«Σου έχω μια έκπληξη όμως σήμερα.»

«Τι έκπληξη;» ρώτησε ο Ινδιάνος

«Εσύ μου το έμαθες και τώρα κατάλαβα και τι ακριβώς ήθελες να μου πείς»

Ένα περίεργο συναίσθημα πλημμύρισε τον Ινδιάνο. Απροσδιόριστο αλλά μάλλον ομοίαζε σε άγχος. Οι πρώτες νότες της ακουστικής κιθάρας έκαναν την εμφάνιση τους, ενώ η νεαρή Ινδιάνα από τα Καρπάθια Όρη ανέβηκε στην σκηνή για να χορέψει αισθησιακά το τραγούδι που η ίδια είχε επιλέξει. Ρίγος διαπέρασε την σπονδυλική στήλη του ήρωα μας και έκανε τις τρίχες του να σηκωθούν, ενώ με δυσκολία προσπάθησε να συγκρατήσει ένα δάκρυ που ανέβηκε στον αμφιβληστροειδή του. Δεν ήταν ένα τυχαίο τραγούδι και σίγουρα καθόλου τυχαίοι οι στίχοι του. Ο Ινδιάνος έσπαγε, λύγιζε εκείνη την στιγμή. Γνώριζε πως οι στιγμές εκείνες θα χαράζονταν ανεξίτηλα στο μυαλό του και θα τον ακολουθούσαν για μια ζωή.

I’m sorry for the times that I made you scream

For the times that I killed your dream

For the times that I made your whole world rumble

For the times that I made you cry

For the times that I told you lies

For the times that I watched and left you stumble

It's too bad, but that's me
what goes around comes around, you'll see
that I can carry the burden of pain
'cause it ain't the first time that a man goes insane
and when I spread my wings to embrace him for life
I'm suckin' out his love, 'cause I, I'll never be nobody's wife
I'm sorry for the times that I didn't come home
left you lyin' in that bed alone
was flyin' high in the sky when you needed my shoulder
you're like a stone hangin' round my neck, see
cut it loose before it breaks my back, see
I've gotta say what I feel before I grow older
I'm sorry but I ain't gonna change my ways
you know I've tried but I'm still the same
I've got to do it my own way
It's too bad, but hey, that's me
what goes around comes around, you'll see
that I can carry the burden of pain
'cause it ain't the first time that a man goes insane
and when I spread my wings to embrace him for life
I'm suckin' out his love, I, I'll never be nobody's wife
It's too bad, but hey, that's me
what goes around comes around, you'll see
that I can carry the burden of pain
'cause it ain't the first time that a man goes insane
and when I spread my wings to embrace him for life
I'm suckin' out his love, I, I'll never be nobody's wife

I’ll never be, never gonna be nobody’s wife

Nobody’s, nobody’s no, no nobody’s…

Πόσες φορές δεν είχαν ουρλιάξει από οργή και θυμό οι δυό τους. Πόσες φορές δεν σκότωσαν ο ένας το όνειρο του άλλου. Πόσες φορές ο κόσμος του καθενός δεν αναποδογύρισε από τα πείσματα τους. Πόσες φορές δεν έκλαψαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Πόσα ψέματα είπαν ο ένας στον άλλο και πόσες φορές άφησαν ο ένας τον άλλον να κοιτάει και να μένει άναυδος με τον ίδιο τους τον εαυτό …

Ίσως η ομορφότερη στιγμή που χάρισε στον Ινδιάνο η μικρή από τα Καρπάθια Όρη. Είχε καταλάβει και η ίδια πως πλησίαζε η αρχή του τέλους. Το ίδιο και ο Κακός Ινδιάνος που μέσα του σιγοέβραζε καθώς συνειδητοποιούσε πως νομοτελειακά το τέλος έπρεπε να δοθεί και μάλιστα από τον ίδιο. Τα πράγματα την επόμενη μέρα κύλησαν ακριβώς όπως τα είχε περιγράψει η νεαρή χορεύτρια. Ο Ινδιάνος είχε αποφασίσει πως κατόπιν αυτών θα χανόταν μια για πάντα από τη ζωή της για το καλό και των δύο χωρίς να αφήσει κανένα ίχνος πίσω του. Ποτέ δεν βρήκε τη δύναμη να το κάνει…

 

BAD  INDIAN

και  για  την αντιγραφή  θείος  Πουρούλης

18 Νοε 2009

H ΚΛΗΣΗ ΠΡΟΩΘΕΙΤΑΙ ΜΕΡΟΣ 2ο

69XXXXXXX . A !  μάλιστα  πέσανε  πείνες .
Μας  θυμήθηκε  !
Τότε  που  ήθελα  και  εγώ  μου  κανε  τη  δύσκολη . Δε  βαριέσαι ! Δεν είναι  και  εκείνη  για  την οποία  πόνεσα . ΓΤΠ ήταν .

Δεν ήταν  η αγκαπη  μου .
Η  αγκαπη  μου  εξαφανίστηκε  και με  έγκραψε  στο μουνί  της .
Δε  βαριέσαι !
Ιστορίες !

Καλά  γείωσέ  το  ρε  μαλάκα  πουρούλη . Λέω  στον  εαυτό μου .
Και η κλήση προωθείται . Η μάλλον συστηματικά γειώνεται !
Μου  έμαθε  ο θρουλης  να  βάνω  φραγή  κατ΄ επιλογή !

Γαμάει  στα  τεχνολογικά  ο Θρούλης !
Αλήθεια  τι  να  γίνεται αυτός  ?.
 Τσακωθήκαμε . Χαλαστήκαμε . Ας  παει στην  ευχή !
Δεν μιλιόμαστε . Αλλά  τι σας  νοιάζει εσάς ? Στα  παπαρια  σας  και εγώ και  ο Θρούλης !
Καμιά  μαλακία  θέλετε  να  διαβάσετε , μια  μαλακία  καινούργια  από  το  πλεόνασμα  της  δικής  μου  μαλακίας ! Ε  ό,τι  του  περισσεύει του  καθενός  το μοιράζεται .
Εμένα  μαλακία  μου  περισσεύει !

Αντε  να  το ξάναπάμε  από  την  αρχή !
Μου έλεγαν μια άγνωστη σε εμένα λέξη . Κορεσμός !
Κορεσμός και κορόιδευα ! Αρχίδια  κορεσμός έλεγα .

Το χορταίνεις  το μουνί ?
Τελικά  το  χορταίνεις !

Άμα τώρα στον κορεσμό προσθέσεις την αηδία ...
Διότι συνέβησαν πολλά που με αηδιάσανε . Στην αρχή θύμωσα , λυπήθηκα , στενοχωρήθηκα και εν τέλει είδα λίγο το θέμα α-ποιοτικά .

Αλλά αηδία !
Το λαμπερό περιτύλιγμα κρύβει μέσα πολύ βρώμα , ξύνοντας τη χρυσή φλούδα τη βρίσκεις . Μετά ανοίγοντας το περιτύλιγμα σου έρχεται η αποφορά . Και καθώς τα πράγματα ξετυλίγονται μπροστά σου , τα σκατά ανακατεύονται και δεν μπορείς να σταθείς .
Κι ούτε  να  τα  πατήσεις  δεν αξίζει  γιατί  βρωμάνε .

Κυρίως δεν μπορείς να πιστέψεις πόσο φτηνή μπορεί να είναι μια υπέροχη γυναίκα .
 Και πόσο ηλίθια ταυτόχρονα .
Και  πάνω  απ΄ όλα  πόσο κακομοίρα , μίζερη  και ξεφτυλισμένη .

Καλά  το ποσο μαλάκας  ήμουνα  δεν το λέω , γιατί  είμαι  και εγωιστής  , εκτός  από μαλάκας .
Τελος  πάντων . Το ζήσαμε  κι αυτό .

Και εσύ τί κάνεις ?
Με ρωτάνε πολλοί .
Εγώ μάγκες απέχω από την πολλή βρώμα και ασχολούμαι με άλλες βρώμες που ξέρω . Της ημέρας . Στις οποίες έχω εκπαιδευτεί και δεν μου πολυμυρίζουνε .
Παραμένω εδώ έτοιμος αν βρεθεί κάτι να με συναρπάσει , πράγμα απίθανο , με τα όσα ξέρω πλέον . Δεν το αποκλείω αλλά δεν το βρίσκω πιθανό .
Ζω με τις αναμνήσεις μου (και το καρνέ μου ) .
Μεγάλο  πράγμα  το  καρνέ . Τόκοι μιας  τριετίας .
Αλλά  να  μη  μας  παίρνουνε  και ότι ώρα  γουστάρουνε .
Να  παίρνω  εγώ  είναι  καλύτερα . Γειά  σου  μωρό . Πάμε  ? Που ? Πόσο ?
Και  έτσι πάει η  δουλειά . Με  λαϊκές  απογευματινές !
Δεν περνάω και άσχημα
Έστρωσα και επιδερμίδα , κοιμάμαι νωρίς . Φράπα  το  μαγουλάκι . Πάνε  οι μαύροι κύκλοι κάτω  από τα  μάτια . Δε  βρωμάω  τα  πρωινά  πουτανοάρωμα , τσιγαρίλα  και ουίσκυ .
Δεν  συσκέπτομαι  με  τον εαυτό μου 4-8  το  απόγευμα  στον καναπέ  του  γραφείου ( ο ύπνος  μου  την  παλαιά  , κραταιά  εποχή  της  δόξης  μου )
Δεν  ξεχνιέμαι  να  καλώ  το σερβιτόρο στην ταβέρνα ανάβοντας  αναπτήρα .
Βέβαια  λεφτά  μου  τρώνε  . Όλο  και κάποιος  βρίσκεται να  σου  τα  τρώει . Παπάδες , πουτάνες , ραφτες , μπουζούκια , είδη  πολυτελείας , ανθοπωλεία  , ατυχήσαντες    ,  συγγενείς  και φίλοι   της προσκολλήσεως , δε  γαμιέται  μωρέ . Μαζί  μας  θα  τα  πάρουμε ?


Όχι  ότι δε  βγαίνω  . Βγαίνω  καμιά  φορά . Μια  φορά  κάθε  15 . Κάθε  30
Νωρίς . Πάντα  με  φίλους  και  για  χαβαλέ .
Άντε  να  πάρω  αγκαλίτσα  κανένα  καλό κοριτσάκι . Καλό  θα  μου πεις  ρε  μαλάκα  πουρούλη . Καλό είναι μωρέ . Καλό είναι . Όταν  δεν τη  γαμάς  και κερνάς  1  ποτό  για  παρέα  καλό είναι .

Γειά μας